Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

Η Ευρώπη των αγορών: κατάλυση της έννοιας της εθνικής κυριαρχίας


Είναι πολύ δύσκολο να αντιληφθεί κανείς τη σημασία των αποφάσεων που έχουν ληφθεί στην Ευρώπη. Απαιτείται διορατικότητα, αντικειμενικότητα και, το κυριότερο, διαύγεια σκέψης. Οι πανηγυρισμοί που ακολούθησαν από τα κόμματα της συμπολίτευσης, μάλλον δεν δικαιολογούνται από τα στοιχεία. Μόνιμο, βέβαια πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ο στρουθοκαμηλισμός και η παραπληροφόρηση. Σε συνδυασμό, δε με το γενικότερο υποβιβασμό της πολιτικής σκέψης και δράσης σε μια απλή οικονομική συνδιαλλαγή, έχει επιφέρει τεράστια πλήγματα στην εθνική κυριαρχία. Δύναται, δε να φέρει ακόμα χειρότερες καταστάσεις. Η δόση που εξασφαλίστηκε στη συνεδρίαση του Eurogroup είναι… κομμένη σε δόσεις! Σύμφωνα με το κοινό ανακοινωθέν, εκ των 43,7 δισ. ευρώ, τα 34,4 δισ. (10,6 δισ. για χρηματοδότηση του προϋπολογισμού και 23,8 δισ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών) θα δοθούν εντός του Δεκεμβρίου, ενώ τα υπόλοιπα 9,3 δισ. θα δοθούν στην Ελλάδα εντός του πρώτου τριμήνου του 2013, ενώ η εκταμίευσή τους θα συνδέεται με την πρόοδο και την επίτευξη των στόχων του μνημονίου. Μ’ άλλα λόγια, η πρώτη… δόση της… δόσης θα δοθεί για να εξασφαλιστεί το ελληνικό τραπεζικό σύστημα – κι όχι για να δημιουργηθούν συνθήκες ανάπτυξης της πραγματικής οικονομίας. Οπωσδήποτε, αυτό που διαφαίνεται εν πρώτοις είναι η προσπάθεια της ΕΕ και της κυβερνητικής τριανδρίας να αποφύγουν αναγκαστική στάση πληρωμών, σε περίπτωση που χρειαστεί να αποπληρωθεί κάποιο ομόλογο. Κατά δεύτερον, η ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών αποτελεί μια πράξη που καθόλου δε συνάδει με την πραγματική οικονομία, αφού ούτε τα δάνεια θα περικοπούν, ώστε να υπάρξει ανάσα για την πραγματική οικονομία, ούτε ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει, όπως το παρουσιάζουν οι κυβερνητικοί εταίροι για τη ροή χρημάτων προς την αγορά, αφού οι περισσότερες μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν πάθει ήδη ασφυξία και δεν προβλέπεται να δανειστούν στο άμεσο μέλλον, οπότε οι μοναδικοί που βολεύονται είναι οι «μεγάλοι» της επιχειρηματικότητας – πάλι! Αυτό όμως που αποτελεί «ψιλά γράμματα» στη συμφωνία είναι η απόφαση της μεταφοράς στο δεσμευμένο λογαριασμό (ο οποίος δε θα ελέγχεται από τη χώρα μας), όλων των εσόδων από τις αποκρατικοποιήσεις, τα επιδιωκόμενα πρωτογενή πλεονάσματα, καθώς και το 30% του πλεονάζοντος πρωτογενούς πλεονάσματος! Ακόμα χειρότερα, δεν αποσαφηνίζεται το «μέχρι πότε»… Μ’ άλλα λόγια, η χώρα υποχρεώνεται να παρέχει τα έσοδά της που αφορούν την κατεξοχήν ανάπτυξη, όχι στην πραγματική οικονομία, αλλά στον έλεγχο των ξένων εταίρων! Το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, ισχυρίζονται οι «πανηγυρίζοντες», βγαίνοντας κερδισμένο από την παραπάνω κατάσταση, θα βοηθήσει μακροπρόθεσμα την πραγματική οικονομία. Μόνο που ξεχνούν το περίφημο άρθρο της Ωραίας Κοιμωμένης. Το συγκεκριμένο άρθρο καθορίζει τα εξής: «Το Συμβούλιο (της Ευρώπης), αποφασίζοντας ομοφώνως, μέσω κανονισμών σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία και μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, μπορεί να αναθέσει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ειδικά καθήκοντα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων και των λοιπών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, εξαιρέσει των ασφαλιστικών επιχειρήσεων» (Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ε.Ε., άρθρο 127, παρ. 6). Μ’ άλλα λόγια, η Ε.Ε. έχει ήδη προβλέψει την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών και λοιπών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων! Πρακτικά, αυτό σημαίνει πως η ΕΚΤ θα ελέγχει κάθε ροή χρήματος, κάθε μορφή πιστώσεως, κάθε μορφή οικονομικής συνδιαλλαγής και, συνεπεία τούτου, κάθε πράξη οικονομικού περιεχομένου της χώρας! Ας χρησιμοποιήσουμ κάποιο παράδειγμα, για το τι σημαίνουν όλα τα παραπάνω: Υποτιθέσθω ότι η χώρα επιθυμεί να αγοράσει, για λόγους εθνικής ασφάλειας (όρος που, κι αυτός σε λίγο καιρό, θα αποτελεί σύντομο ανέκδοτο), τρεις φρεγάτες και 40 πολεμικά αεροπλάνα τελευταίας τεχνολογίας. Η καταρχήν αδυναμία της αγοράς – λόγω… ελλειματικού πλεονάσματος – θα την οδηγήσει σε μια αναζήτηση πιστώσεως μέσω κάποιας εγχώριας τράπεζας. Αν η… Ωραία κοιμωμένη (η ΕΚΤ) ξυπνήσει και, για δικούς της λόγους, αποφασίσει να μην επιτρέψει να συμβεί κάτι τέτοιο, θα επικαλεστεί το άρθρο που αναφέραμε ήδη και η προληπτική εποπτεία θα λάβει χώρα, παρεμποδίζοντας ουσιαστικά την αγορά πολεμικού εξοπλισμού. Θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε κι άλλα παραδείγματα (αύξηση, ας πούμε, πρωτογενούς παραγωγής της χώρας με δανεισμό σε αγροτικούς συνεταιρισμούς που θα παράγουν βιολογικά προϊόντα κ.ο.κ), το προαναφερθέν όμως είναι αρκετά χαρακτηριστικό. Τα παραπάνω συνιστούν, για πρώτη ίσως φορά στην ιστορία του ελληνικού κράτους, την οικιοθελή παραχώρηση της εθνικής κυριαρχίας. Με όποια επιχειρήματα κι αν το δει αυτό κανείς, ένα πράγμα είναι σίγουρο: ότι η έννοια «εθνικό κυρίαρχο κράτος» σταδιακά θα παύσει να υφίσταται ως όρος! Η Ευρώπη των Εθνών και των λαών μεταβλήθηκε σε Ευρώπη των αγορών! Προσωπικά, αδυνατώ να πιστέψω πώς μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να αποτελέσει σοβαρή πολιτική! Υποτίθεται ότι ένας από τους λόγους που πολεμήσαμε ως πιστοί στο όραμα της ελευθερίας οι ευρωπαίοι λαοί κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν και η άρνησή μας να παραδοθούμε σε μια εξουσία που θα καθόριζε τον τρόπο ζωής μας, καθώς και τις οικονομικές και πολιτικές μας δραστηριότητες. Δεν έχει περάσει ούτε ένας αιώνας κι όμως είμαστε κιόλας πρόθυμοι να παραδώσουμε την εθνική κυριαρχία μας σε υπερεθνικά κέντρα εξουσίας! Αυτός, λοιπόν είναι ο λόγος που δημιουργήθηκε η Ευρωπαϊκή Ιδέα; Η οικονομική καθυπόταξη και ο εθνικός αποχαρακτηρισμός των λαών; Θεωρείται, δηλαδή ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι οι χώρες – σύμμαχοι, οι Εταίροι, οι-όπως αλλιώς θέλετε να τους πείτε-παραχωρούν τα κέρδη (!) που θα έπαιρναν από τα ομόλογα του ελληνικού κράτους που ο λαός του δοκιμάζεται με τον πλέον επαχθή τρόπο; Δεν είμαι οικονομολόγος. Είμαι πολιτικός φιλόσοφος, όμως. Κι αν έχω μάθει κάτι είναι πως όταν στην πολιτική δραστηριότητα ενός κράτους, ενός λαού, το πιο σπουδαίο αντικείμενο καταλήγει να είναι η όποια οικονομική συνδιαλλαγή, το κράτος οδηγείται σε καταστάσεις κανιβαλισμού, σε απάνθρωπες θεωρήσεις. Μόνο που οι άνθρωποι δεν είναι, ούτε επιτρέπεται ποτέ να γίνουν αναλώσιμα προϊόντα!

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2012

Ο Οικονομικός ρατσισμός και η εθνική ελευθερία

Η ιδιότυπη κατοχή στην οποία βρίσκεται η χώρα μας, έχει ανοίξει μια καινούργια πολιτική συζήτηση. Ακόμη κι’ όσοι απέρριπταν με βδελυγμία τον όρο «κατοχή», κάλυπταν την απόρριψή τους αυτή υπό το μανδύα μιας κοινοβουλευτικής δραστηριότητας που, λίγο ή πολύ, έχει πια αρχίσει να ξεφτίζει. Βασικό προεκλογικό επιχείρημα του λεγόμενου «μνημονιακού μπλοκ» ήταν η επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου. Η πολυδιαφημιζόμενη αυτή επαναδιαπραγμάτευση όχι μόνο δεν έλαβε χώρα, αλλά, αντίθετα, οι δανειστές σκλήραναν κι άλλο τη στάση τους, ακόμα κι όταν το κόμμα της ΔΗΜΑΡ δήλωσε απροθυμία να ψηφίσει τα μέτρα που αφορούσαν στα εργασιακά ζητήματα. Κατά συνέπεια, ένας από τους πλέον σοβαρούς λόγους, για τους οποίους ο ελληνικός λαός ψήφισε τα μνημονιακά κόμματα, δεν υφίσταται ως πολιτική δράση από την παρούσα τριμερή κυβέρνηση. Η απροκάλυπτη προεκλογική επέμβαση στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό από τους δανειστές, έπεισε αρκετούς πολίτες πως θα υπήρχαν περιθώρια ελιγμών, εφόσον η κυβέρνηση που θα σχηματιζόταν θα μπορούσε να συνομιλεί «επί ίσοις όροις» με τις ξένες ηγεσίες, ώστε να επιτύχει όχι μόνο επαναδιαπραγμάτευση της οικονομικής πολιτικής, αλλά και πιθανή στήριξη και σε άλλα θέματα, όχι απαραιτήτως οικονομικά (όπως, για παράδειγμα, η διπλωματική στήριξη της Ευρωζώνης στο ζήτημα της λαθρομετανάστευσης ή σ’ αυτό της ανακήρυξης της ΑΟΖ). Τίποτε από τα παραπάνω δεν επιτεύχθηκε, καθόσον στον ολιγόμηνο βίο της κυβερνητικής μνημονιακής συνεργασίας, η εξαθλίωση των Ενόπλων Δυνάμεων, η αποσιώπηση των εθνικών θεμάτων που ανακύπτουν όλο και πιο έντονα, αλλά και η απόλυτη απαξίωση της περιουσίας του κράτους που πουλήθηκε ή θα πουληθεί επί πινακίου φακής (χαρακτηριστικό παράδειγμα η πώληση της Αγροτικής Τράπεζας, ενός από τα πλέον ιστορικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που στήριξαν την αγροτική οικονομία και με τεράστια περιουσία), απέδειξε πόσο ανόητες ελπίδες έθρεψαν, όσοι πίστεψαν πως μια κυβέρνηση «αρεστή στους ξένους» θα οδηγούσε στην ανάταση όχι μόνο της οικονομίας, αλλά και της γενικότερης διπλωματικής σχέσης της χώρας μας με τους… «εταίρους» της. Η ψήφιση των πλέον επαχθών και επώδυνων μέτρων που, κατά την ελληνική μνημονιακή κυβέρνηση, θα επέφερε μια τεράστια ανάσα στην οικονομία, με την εκταμίευση της δόσης – μαμούθ των 30 σχεδόν δις ευρώ, οδήγησε σε μια ακόμη τραγική διάψευση. Τα μέτρα ψηφίστηκαν, η εκταμίευση της δόσης, όμως παραπέμφθηκε στις ελληνικές καλένδες. Η απόλυτη υποταγή της ελληνικής ηγεσίας, λοιπόν δεν απέδωσε στο ελάχιστο: δεν υπήρξε επαναδιαπραγμάτευση, δεν στηρίχτηκε η Ελλάδα διπλωματικά σε κανένα εθνικό πεδίο δραστηριότητας, δεν έφερε έστω μια προσωρινή οικονομική ανακούφιση. Αυτά, δηλαδή που ανέμεναν οι Έλληνες πολίτες αποδείχθηκαν φρούδες ελπίδες. Η χώρα παραμένει πλήρως υποταγμένη σε κελεύσματα μιας ξένης υπερεθνικής ηγεσίας, δίχως τη δυνατότητα, έστω συνδιαμόρφωσης, μιας πολιτικής δράσης από τους εκλεγμένους αντιπροσώπους της. Αν αυτό δεν είναι κατοχή, τότε τι ακριβώς είναι; Αν αυτό δεν είναι κατάρρευση του κοινοβουλευτισμού, τότε τι ακριβώς είναι; Η συνήθης ρητορική των μνημονιακών είναι πως η χώρα έχει δανειστεί χρήματα, άρα οφείλει να πράξει κάθε κέλευσμα των δανειστών. Με άλλα λόγια, η χώρα, ακόμα και ως δανειζόμενη, δεν μπορεί να ελέγξει καν την εξασφάλιση στοιχειωδών συνθηκών διαβίωσης του ελληνικού λαού. Οι δε «εταίροι» δεν είναι τίποτε άλλο, παρά απλοί δανειστές που θέλουν να πάρουν τα λεφτά τους πίσω. Δεν είναι σύμμαχοι, δεν είναι πολιτικοί εταίροι. Είναι τραπεζίτες! Η Ε.Ε. δεν είναι ένας δημοκρατικός οργανισμός, αποτελούμενος από μέλη που διατηρούν μια ισότιμη σχέση. Είναι ένα διευθυντήριο που ασκεί εξουσία με τρόπο που μόνο εκείνη καθορίζει τους όρους αυτής της άσκησης και την επιβάλλει στα υπόλοιπα κράτη – μέλη! Η Ε.Ε. δεν είναι η Ευρώπη των λαών! Δεν είναι η Ευρώπη που οραματιζόμαστε! Δεν είναι η Ευρώπη της κοινωνικής προόδου και της πολιτικής ανάπτυξης. Ο οικονομικός ρατσισμός του Ευρωπαϊκού Διευθυντηρίου δεν μπορεί να αποτελέσει σοβαρή πολιτική θεώρηση! Η Ευρώπη δεν ανήκει στις αγορές, ούτε στα χρηματιστήρια, στα οποία επικρατεί η εξισωτική λογική των ανθρώπων – αναλώσιμων προϊόντων! Ανήκει στα έθνη που την αποτελούν! Ανήκει στους λαούς που συμπορεύονται με κυρίαρχο αίτημα το σεβασμό της εθνικής τους ταυτότητας! Η οικονομική κατοχή των ελεύθερων εθνών είναι πλέον γεγονός! Η Ελλάδα δεν είναι παρά μόνο η αρχή μιας προσπάθειας υποδούλωσης των εθνοτήτων που αποτελούν την Ευρώπη! Η Ελλάδα δεν είναι παρά μόνο η αρχή μιας προσπάθειας καταπάτησης κάθε έννοιας εθνικής κυριαρχίας, κάθε έννοιας εθνικής ελευθερίας! Η κατοχή αυτή πρέπει να λήξει τώρα! Δ. Γκίκας Υπ. Διδάκτωρ Πολιτικής Φιλοσοφίας

Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2012

Πολιτική διακήρυξη του πατριωτικού – εθνοκεντρικού χώρου

Οι τελευταίες πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας συνιστούν – μαζί μ’ όλα τα απεχθή τους στοιχεία που προσκόμισαν – μια ευκαιρία ενδοσκόπησης και πολιτικής ανάλυσης, όχι μόνο στο πρακτικό πολιτικο-οικονομικό πεδίο, αλλά και στο πεδίο της θεωρητικής πολιτικής ανάλυσης. Η ένταξη της χώρας μας στην ΕΟΚ και την ΕΕ, μ’ όλες τις πολιτιστικές και, τελικά, οικονομικές εκφάνσεις που αυτή διαμόρφωσε, δημιούργησε ένα πρωτοφανές πολιτικό σκηνικό, τα αποτελέσματα του οποίου βιώνουμε σήμερα. Η ΕΕ, μια κατά βάση οικονομική ομοσπονδία, χρόνο με το χρόνο δημιούργησε συνθήκες υποβάθμισης της εθνικής ταυτότητας κάθε λαού που την αποτελεί. Με κριτήρια κυρίως οικονομικά, περιόρισε την κυριαρχία της εθνικότητας, άλλοτε προτρέποντας κι άλλοτε επιβάλλοντας πολυπολιτισμικού τύπου κοινωνίες. Η άμεση συνέπεια ήταν να διαμορφωθούν συνθήκες κυριαρχίας των ισχυρών κρατών έναντι των ανίσχυρων, που όμως βασίστηκαν όχι σε μια πολιτισμική ανωτερότητα, αλλά σε μια οικονομική υπεροχή. Για να μπορέσει, όμως αυτή η υπεροχή να διασφαλιστεί, τα ισχυρά κράτη – μέλη της ΕΕ υποχρέωσαν τα υπόλοιπα κράτη να παραχωρήσουν μέρος της ανεξαρτησίας τους, με κύριο όχημα και αντάλλαγμα μια οικονομική – βραχύβια και σκόπιμη, όπως αποδείχτηκε – «βοήθεια». Οι δυσαναλογίες, η διαφορετικές οικονομικές υποδομές, οι διαφορετικές κουλτούρες και πολιτικές αντιλήψεις του κάθε κράτους, όχι μόνο δεν αμβλύνθηκαν, αντίθετα διαμόρφωσαν μεγαλύτερο χάσμα μεταξύ των κρατών που διέθεταν ισχυρότερη οικονομία και αυτών που – εκ των πραγμάτων – δε θα μπορούσαν να ακολουθήσουν κοινές οικονομικές πολιτικές, για τον απλό λόγο ότι δε διέθεταν ούτε αντίστοιχες υποδομές (βαριά βιομηχανία, πρώτες ύλες κλπ), ούτε, πολλές, φορές, αντίστοιχη πολιτική βούληση ή νοοτροπία. Το χάσμα αυτό, μεγαλώνοντας, δημιούργησε μια Ένωση δύο (ή και τριών) ταχυτήτων. Οι ισχυρές χώρες όχι μόνο επέβαλαν στοιχεία της δικής τους οικονομικής κουλτούρας, αλλά υποχρέωσαν τις υπόλοιπες χώρες να αποποιηθούν πολλές από τις παραδοσιακές τους οικονομικές δομές για χάρη μιας «κοινής» Ευρωπαϊκής Αγοράς, που όμως ήταν ανέφικτη και, τελικά, οδήγησε σε οικονομική εξαθλίωση τα υπόλοιπα κράτη. Η οικονομική εξαθλίωση είχε ως κατάληξη μια νέα μορφή οικονομικής επικυριαρχίας των ισχυρών κρατών έναντι των πιο ασθενών. Οι «εταίροι» απεδείχθησαν κοινοί τοκογλύφοι (η μοναδική τους ανησυχία είναι να εξασφαλίσουν τα χρήματα που «δάνεισαν» κι όχι να βοηθήσουν, για παράδειγμα στην αντιμετώπιση της λαθρομετανάστευσης ή στην παροχή διπλωματικής στήριξης σε εθνικά και κρατικά ζητήματα, για να αναφέρουμε χαρακτηριστικά παραδείγματα που αφορούν στη χώρα μας), δημιούργησαν τις βάσεις για μια υπερεθνική ένωση οικονομικού τύπου, στην οποία θα κατείχαν τη διαχείριση της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Εχθρός τους, σ’ αυτήν την πολιτική σχεδίαση, η εθνική ταυτότητα των λαών. Στην Ελλάδα, η υποβάθμιση της εθνικής ταυτότητας έλαβε χώρα μέσω συγκεκριμένων ενεργειών. Απαξιώθηκαν τα εθνικά θέματα (το Μακεδονικό ζήτημα, επί παραδείγματι, θεωρήθηκε μια απλή… υπόθεση διμερούς συμφωνίας, η υφαλοκρηπίδα το ίδιο κ.ο.κ), υποβαθμίστηκε το εγχώριο εκπαιδευτικό σύστημα (οι πολιτικοί μας ταγοί σπούδασαν, κατά μεγάλη πλειοψηφία στο εξωτερικό, διαμορφώνοντας με τον τρόπο αυτό μια τάση ξενομανίας που, δυστυχώς, την ακολούθησαν και πολλές οικογένειες της λεγόμενης «μεσαίας τάξης»), περιθωριοποιήθηκαν βασικοί εθνικοί τομείς με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα (η υποβάθμιση της γλώσσας, όπου έφτασε η εκμάθησή της να υπολείπεται έναντι της εκμάθησης των ξένων γλωσσών σε ώρες διδασκαλίας και η απαξίωση της ορθόδοξης χριστιανικής θρησκείας είναι τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα), η ιστορία άλλοτε «ξαναγράφτηκε», άλλοτε υποβαθμίστηκε αξιακά, άλλοτε αμφισβητήθηκε (η προσπάθεια παραποίησης του εθνικού αγώνα της Ανεξαρτησίας, καθώς και η απόπειρα να διαγραφούν από τη συλλογική μνήμη του λαού εθνικές τραγωδίες, όπως αυτή της καταστροφής της Σμύρνης, αποτελούν βασικά στοιχεία της αντεθνικής προσπάθειας που λαμβάνει ακόμη χώρα), «εκβιάστηκε» η αναμόρφωση της κοινωνίας σε πολυπολιτισμική με την εισροή μεταναστών (και δη λαθρομεταναστών, που όχι μόνο δεν τόνωσαν την οικονομική ζωή της χώρας, όπως διατείνονταν οι υποστηρικτές του μέτρου, αλλά εκτόξευσαν την εγκληματικότητα στα ύψη, αλλοίωσαν την εθνική σύνθεση του πληθυσμού, «κατέλαβαν» το κέντρο της πρωτεύουσας της χώρας και αποτέλεσαν σημείο κοινωνικής τριβής), περιθωριοποιήθηκαν ως ξεπερασμένες πολλές παραδοσιακές δομές της οικονομικής ζωής (η αγροτική παραγωγή «ξεχάστηκε», η κτηνοτροφία υποβαθμίστηκε, η εμπορική ναυτιλία εντέχνως εκδιώχθηκε, ο τουρισμός τραυματίστηκε θανάσιμα κ.ο.κ), αντίστοιχα καλλιεργήθηκε και εξυψώθηκε ως βασική αρχή της οικονομικής δραστηριότητας το χρηματιστηριακό «παιχνίδι» και ο ατέρμων δανεισμός (η κυβέρνηση Σημίτη υπήρξε βασικός υπαίτιος της καλλιέργειας μιας ψευδούς και επίπλαστης οικονομικής ευμάρειας), διογκώθηκε το κράτος – εργοδότης και αντίστοιχα συρρικνώθηκε η ιδιωτική υγιής πρωτοβουλία (το μεγάλο επίτευγμα της δήθεν σοσιαλιστικής λαίλαπας). Η απώλεια της εθνικής συνοχής με την αντίστοιχη απαξίωση της ιδιαίτερης αξίας της εθνικής μας ταυτότητας, οδήγησε σιγά – σιγά στην ίδια την παραχώρηση της εθνικής μας κυριαρχίας. Ο εθνικός λόγος στην πολιτική ζωή έπαψε να υφίσταται, θεωρούμενος ως «βλάσφημος» για τη νέα «θρησκεία» της παγκοσμιοποίησης ή «ξεπερασμένος» για τη δήθεν σύγχρονη πολιτική δραστηριότητα. Ακόμα και ο όρος «πατριωτικός» αποτελεί απαγορευμένη λέξη και όποιος δηλώνει πατριώτης ή υπέρμαχος της εθνικής ιδέας, θεωρείται το λιγότερο αναχρονιστικός. Η ιδέα του έθνους δαιμονοποιήθηκε (μεγάλο ρόλο έπαιξε σ’ αυτό και η επικράτηση της αριστερής – μαρξιστικής διανόησης στον ακαδημαϊκό και δημοσιογραφικό χώρο) και, τελικά, εξοβελίστηκε σχεδόν από το λεξιλόγιο ακόμα και πολιτικών που εντάσσονταν σε πολιτικούς σχηματισμούς με εθνικό περιεχόμενο. Ο τρόπος που χειρίστηκαν τις εξελίξεις οι πολιτικοί μας ταγοί, καθώς και η άνευ ουσιωδών όρων παράδοση της εθνικής κυριαρχίας μας, ανέδειξε το πόσο άγονη είναι μια πολιτική που δεν χαρακτηρίζεται από πατριωτικά στοιχεία. Το πρώτο καθήκον ενός πολιτικού είναι η υπεράσπιση των συμφερόντων της χώρας του. Αυτό είναι ταυτόχρονα και το πρώτο στοιχείο πατριωτισμού. Η προσήλωση στην ευημερία της πατρίδας του, η προσπάθεια εξασφάλισης μιας συλλογικής ευημερίας, η ανάδειξη των ιδιαίτερων ιστορικών και εθνικών στοιχείων του λαού του, η εξασφάλιση της ανεξαρτησίας του λαού του, η προστασία της ιστορικής και πολιτιστικής του κληρονομιάς, αποτελούν τα σημαντικότερα καθήκοντα ενός πολιτικού ηγέτη. Τίποτε απ’ αυτά δεν εξασφαλίζεται, αν ο ηγέτης δε διαθέτει εθνική και πατριωτική συνείδηση. Η ανάδειξη και η προτίμηση των σημαντικότερων εθνικών στοιχείων ενός λαού, δεν οδηγεί αναγκαστικά στην προκατάληψη ή το μίσος απέναντι σε εκείνους που δεν είναι μέλη του έθνους. Ο εθνοκεντρικός πατριωτισμός δεν ταυτίζεται με το ρατσισμό, δεν αρνείται ούτε την ύπαρξη, ούτε την αξία των υπολοίπων εθνών ή λαών. Αντιλαμβάνεται όμως την ιδιαίτερη αξία και ιστορική διαδρομή του λαού του, αναδεικνύει τα ιδιαίτερα καταστατικά στοιχεία του έθνους και, σ’ αυτό το πνεύμα, δε δέχεται την απαξίωσή τους από τους άλλους λαούς, δεν ανέχεται την καταπάτηση και την υποβάθμιση της εθνικής του φυσιογνωμίας, δεν αφήνεται να υποδουλωθεί στην ιδέα μιας δήθεν διεθνιστικής ουτοπιστικής λογικής που εξομοιώνει τους λαούς, εξαφανίζει τη μοναδικότητα και την ιδιαίτερη αξία που διαθέτει ο κάθε ένας από αυτούς και, τελικά, καταστρατηγεί την εθνική του ελευθερία. Κάθε, λοιπόν μορφή παγκοσμιοποίησης και διεθνισμού, επιζητεί να απαλείψει τις ιδιαιτερότητες και την ιστορική μοναδικότητα που είναι χαρακτηριστικά γνωρίσματα όχι μόνο του εθνικού, αλλά γενικότερα του ανθρώπινου βίου. Ο πατριωτικός – εθνοκεντρικός χώρος δεν αποτελεί μια κάποια ιδεολογία. Είναι η απαραίτητη πολιτική φυσιογνωμία κάθε επιμέρους ιδεολογικής αναφοράς. Δίχως πατριωτικά γνωρίσματα, κανένα κράτος δεν μπορεί να διαχειριστεί τις τύχες του λαού του, να εξασφαλίσει την ευημερία των πολιτών του (όχι μόνο οικονομική, αλλά και κοινωνική – πολιτισμική), να οδηγήσει σε κοινωνική γαλήνη και ευημερία. Δημήτριος Γκίκας, Φιλόλογος, Μ.Α. Υπ. Δρ. Πολιτικής Φιλοσοφίας

Παρασκευή 20 Ιουλίου 2012

Η Ελλάδα μέσα από τα μάτια μας

Ζούμε σε σκληρούς καιρούς. Μα δε θεωρούμε συνετό να αναπαράγουμε την απελπισία και την ηττοπάθεια που αυτοί γεννάνε. Αν ο άνθρωπος διαθέτει εκείνο το περιθώριο ελευθερίας, όχι να αντιπαλέψει τη μοίρα του, αλλά να επιλέξει τον τρόπο που θα την αντιμετωπίσει, τότε οι Έλληνες οφείλουμε να σταθούμε απέναντι στις τωρινές δύσκολες περιστάσεις με γενναιότητα και ελπίδα. Είμαστε πολίτες αυτής της χώρας, όμοιοι σε πολλά με πολλούς από τους συμπολίτες μας, διαφορετικοί σε άλλα. Δεν αναδεικνύουμε τη διαφορετικότητά μας επειδή επιζητούμε τον οίκτο. Την προβάλλουμε μονάχα για να δείξουμε ότι η αγωνιστικότητα και η προσπάθεια για την επίτευξη καθημερινών στόχων, τόσο αυτονόητων για τους πολλούς, μας δίδαξε – παρά το νεαρό της ηλικίας μας – ότι η επιμονή, η καρτερία και η δύναμη της θέλησης είναι εκείνα τα στοιχεία που κάνουν έναν άνθρωπο να μεγαλουργήσει. Έχουμε την πεποίθηση πως, όποτε οι Έλληνες χρησιμοποιήσαμε τα στοιχεία αυτά, γεννήσαμε έναν πολιτισμό, όλο φως. Όταν τα προδώσαμε, οδηγηθήκαμε στο σκοτάδι και την κώφωση. Κάτι ξέρουμε απ’ αυτά, διότι για μας το σκοτάδι είναι καθημερινότητα, κι όμως δεν του επιτρέψαμε να σβήσει το φως της καρδιάς μας. Διότι για μας η αδύναμη ακοή μας, μάς δυσκολεύει κάθε ώρα, κι όμως δεν κατέστρεψε τους ήχους της φωνής της ψυχής μας. Η πολιτική είναι για μας τρόπος ζωής. Δεν είναι μια αφηρημένη έννοια ή μια απλή θεωρητική κατασκευή. Διότι κατανοούμε πολύ καλά τι σημαίνει να κατάγεσαι από τον πολιτισμό που τοποθέτησε την πολιτική στην κορυφή της ανθρώπινης δραστηριότητας. Ο ιδεολογικός χώρος στον οποίο ανήκουμε ονομάζεται πατριωτικός και χαρακτηρίζεται από την πίστη πως η πατρίδα υπερέχει του πολίτη και πως η συλλογικότητα διαθέτει μεγαλύτερη σπουδαιότητα και βαρύτητα από την ατομικότητα. Διότι ο τόπος μας, η πατρίδα μας δεν είναι έξω από μας. Είναι μέσα μας. Είμαστε όλοι εμείς. Είναι το ένδοξο χτες, είναι το δύσκολο σήμερα, είναι η λαχτάρα για ένα καλύτερο αύριο. Αυτό, πολλοί το ονομάζουν αναχρονιστικό. Κι όμως, είμαστε πεπεισμένοι πως οι τωρινές περιστάσεις, μα και η ιστορική αλήθεια, αναδεικνύουν την αξία του πατριωτισμού. Χωρίς, λοιπόν να είμαστε εθνικιστές, που πάει να πει, χωρίς να σκεφτόμαστε μυωπικά και δογματικά ή να φανατιζόμαστε, εκτιμούμε την αξία του έθνους μας και την ιστορική του διαδρομή. Έχουμε βαθιά συνείδηση ότι κάθε ιστορική διαδρομή του σύγχρονου πολιτισμού έχει κι ένα χνάρι μας. Κάθε φως του σύγχρονου κόσμου έχει και τη δική μας απόχρωση. Κάθε φωνή της σύγχρονης ζωής έχει και μια δική μας νότα. Κάθε πύργο που φτιάχνει σήμερα η ανθρωπότητα για να πλησιάσει το άπειρο, στέκεται πάνω στα δικά μας σκαλιά, στα δικά μας θεμέλια. Κάθε όραμα του σύγχρονου ανθρώπου γεννήθηκε με τη μαγιά των δικών μας ονείρων. Από την άλλη, δίχως να υποβαθμίζουμε την σημασία κάθε έθνους στον πλανήτη αυτό που ζούμε, δεν πιστεύουμε σ’ έναν άκριτο διεθνισμό που, πολλές φορές, οδηγεί στην υποδούλωση και την ξενομανία. Επιπλέον, δεν πιστεύουμε ούτε σ’ έναν υλισμό δίχως τέλος, στην αποθέωση του χρήματος. Δεν πιστεύουμε στην παγκοσμιοποίηση που, από τη μία, ισοπεδώνει τα πάντα, προσφέροντας μια δήθεν κοινή ανθρώπινη πορεία, από την άλλη όμως αρέσκεται να χωρίζει τα έθνη σε δυνατά και αδύνατα, σε μεγάλα και μικρά, επιτρέποντας μάλιστα στα πρώτα να ποδοπατούν τα δεύτερα. Διότι η Ελλάδα είναι ένα μικρό έθνος, στο οποίο όμως περπάτησαν γίγαντες. Η Ελλάδα σήμερα διέρχεται κρίση. Η κρίση αυτή, για μας, βασίζεται στην αδυναμία να κατανοήσουμε το χτες και μ’ οδηγό αυτό να βρούμε τη δύναμη να αντιπαλέψουμε το τώρα και να πορευτούμε στο αύριο. Κυρίως, όμως η σημερινή κρίση γεννήθηκε όταν χάθηκε η αξιοκρατία, όταν καταρρακώθηκε η αξιοπρέπεια. Κάτι γνωρίζουμε κι απ’ αυτό. Ανήκουμε κι εμείς στον απλό λαό. Δε διαθέτουμε εμείς περγαμηνές από ξένους εγκεφάλους, διότι όλα μας τα χρόνια τα ζήσαμε στην πατρίδα μας και μαζί της ζήσαμε και στα εύκολα και στα δύσκολα... Περάσαμε τη μισή ζωή μας στα πανεπιστήμια για ν’ αποκτήσουμε τη γνώση εκείνη που θα μας επέτρεπε να προσφέρουμε κι εμείς στην πατρίδα που μας ανάθρεψε, να διεκδικήσουμε μια καλύτερη ζωή για μας και την οικογένειά μας, μόνο και μόνο για να βλέπουμε από τη μία τη ζωή μας να χαραμίζεται και από την άλλη τη γνώση μας να απαξιώνεται ... Νιώσαμε στο πετσί μας την ανεργία, την ημιαπασχόληση, μα δε ρίξαμε τις ευθύνες σε κανένα, ενώ πολλοί απ’ αυτούς που κυβέρνησαν τούτη δω τη χώρα, ρίχνουν σε μας ακόμα και τις δικές τους ευθύνες... Ως μικρομεσαίοι, αισθανθήκαμε σαν εγκληματίες, ενώ οι πραγματικοί εγκληματίες το παίζουν μεγάλοι και σπουδαίοι... Εξαπατηθήκαμε ότι η οικονομία μας είναι ισχυρή, υποθηκεύσαμε το μέλλον το δικό μας και της οικογένειάς μας και κοντεύουμε να τα χάσουμε όλα, παρόλα αυτά όμως κανείς δεν τιμώρησε εκείνους που μας εξαπάτησαν... Δηλώνουμε ότι αγαπάμε την πατρίδα μας και μας χλευάζουν γι’ αυτό! Δηλώνουμε ότι πιστεύουμε στη δύναμη της θρησκείας μας και γελάνε εις βάρος μας... Κρίνουμε τον πολιτικό λόγο σε σχέση με τις πράξεις, και μας αποκαλούν σκεπτικιστές και αναποφάσιστους... Δεν ξεπουλήσαμε τα οράματά μας για να κυνηγήσουμε μια θέση στο Δημόσιο και μας αποκάλεσαν ηλίθιους... Διδάσκουμε στα παιδιά το σπουδαίο και μεγαλειώδες που κρύβει η λέξη «Ελλάδα», την ίδια ώρα που ορισμένοι πολιτικοί ταγοί την εξευτελίζουν. Η Ελλάδα σήμερα διέρχεται κρίση. Όχι όμως πρωτοφανή ή πρωτόγνωρη. Πολλές φορές στην ιστορία μας περπάτησε σε δρόμους δύσβατους, ανηφορικούς και πολύ πιο δύσκολους. Κι αυτή η Ιστορική μας διαδρομή είναι η μόνη ελπίδα που μας απέμεινε. Είμαστε ένας λαός που γνώρισε καταστάσεις δυσβάσταχτες: Πολέμους, διχασμούς, πείνα, εξευτελισμούς, χειραγώγηση από ξένα κέντρα εξουσίας. Κι όμως, επιβιώσαμε... Σε πείσμα των καιρών, σε πείσμα των εχθρών μας, σε πείσμα της ίδιας μας της τρέλας... Είμαστε ένας λαός που αγωνίστηκε εναντίον μιας ολόκληρης αυτοκρατορίας λαών και φυλών και τη νίκησε, επιλέγοντας όχι τη γη και το ύδωρ, αλλά την αυτοθυσία και την αυταπάρνηση. Που διέδωσε τον ελληνικό πολιτισμό ως τα πέρατα της οικουμένης, μετατρέποντας μια στυγνή αυτοκρατορία σε πολιτισμικό φάρο. Που «άλωσε» πολιτισμικά μια από τις μεγαλύτερες αυτοκρατορίες που υπήρξαν ποτέ, εξαναγκάζοντάς την να αναγνωρίσει την ανωτερότητα του υποτελή της. Που κατάφερε να δημιουργήσει μια χιλιόχρονη αυτοκρατορία, αξεπέραστη ως τα σήμερα, γεφυρώνοντας δύο διαφορετικές κουλτούρες, που ως τότε τις χώριζε χάσμα. Είμαστε ένας λαός που παρότι παρέμεινε σε ξένο ζυγό σχεδόν μισή χιλιετία, επιβίωσε πολιτισμικά και διεκδίκησε την ελευθερία του, αναγκάζοντας εχθρούς και... «φίλους» να αλλάξουν και οι ίδιοι τον τρόπο που αντικρίζουν το μέλλον των λαών. Είμαστε ένας λαός που ξεπέρασε εμφυλίους, διχασμούς και εσωτερικές περιπέτειες. Που σήκωσε ανάστημα εκεί που δε σήκωναν όλοι οι υπόλοιποι, περισσότερο ισχυροί από μας. Που πολέμησε από τους πρώτους για το ιδανικό της ελευθερίας, κι ας είχε στις πλάτες του ένα ανελεύθερο καθεστώς. Είμαστε ένας λαός που μέσα στη στενότητα των συνόρων μας επιδείξαμε υπομονή και καρτερία, δεχόμενοι ένα από τα πιο μεγάλα προσφυγικά ρεύματα παγκοσμίως. Είμαστε ένας λαός που τούτη η στενότητα δε μας περιόρισε ποτέ, αντίθετα μας παρακινούσε, από καταβολής κόσμου, να ξανοιχτούμε και σ’ άλλα πελάγη, να φτάσουμε στις εσχατιές του κόσμου, να διδαχθούμε και να διδάξουμε κι άλλους. Είμαστε ένας λαός που, εν τέλει, δημιούργησε τον κόσμο που οι περισσότεροι αποκαλούν σήμερα «πολιτισμένο». Η Ελλάδα δεν είναι μόνο όσα γράφουμε εδώ. Είναι στο χαμόγελο και στις υποσχέσεις μιας ανοιξιάτικης μέρας. Είναι στη βυζαντινή ψαλμωδία ενός κυριακάτικου πρωινού. Είναι στη φιλοξενία, την ευγένεια και τη χαρά ενός γιορταστικού γεύματος, όταν όλοι συγκεντρωνόμαστε γύρω από το οικογενειακό τραπέζι. Είναι στο περήφανο βλέμμα του παππού που παίρνει το εγγόνι του για μια βόλτα στο πάρκο. Είναι στα χαμογελαστά χείλη της γιαγιάς που αντικρίζει, στα μάτια των εγγονών της, τα δικά της παιδιά σαν ήταν κι αυτά μικρά. Είναι στην έκφραση του μπαμπά που επιστρέφει σπίτι του κατάκοπος μα ευχαριστημένος που έβγαλε και σήμερα ένα τίμιο μεροκάματο. Είναι στην τρυφερή αγκαλιά της μαμάς που κρύβει ολάκερα τα πλούτη της καρδιάς της. Είναι στην ώρα που, περνώντας από τις κεντρικές πλατείες αυτού του τόπου, κάπου θα δούμε να κυματίζει η σημαία μας, περήφανη σαν τα μάτια των ευζώνων που τη φυλάνε, ηρωική σαν την ψυχή όλων αυτών που μάτωσαν για χάρη της, γαλάζια σαν τον ουρανό που μας σκεπάζει, ελεύθερη, σαν εκείνους που την πρωτοξεδίπλωσαν στο φωτεινό ουρανό, φωνάζοντας «Ελευθερία ή θάνατος»! Η Ελλάδα είναι το φως που ζεσταίνει ακόμα και σήμερα τις καρδιές των όχι μόνο των Ελλήνων, αλλά κι όλων εκείνων που διαθέτουν την ίδια Παιδεία με μας. Η Ελλάδα είναι η περηφάνεια που αισθανόμαστε όλοι για τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε την πικρή μοίρα μας. Είναι το παράδειγμα αυταπάρνησης, ηρωισμού και αυτοθυσίας που προσέφερε ο ελληνικός πολιτισμός στο διάβα των αιώνων. Ένα παράδειγμα που μας διδάσκει ότι ο αγώνας ποτέ δεν τελειώνει για μας. Όσο σηκωνόμαστε και πάλι όρθιοι, ο αγώνας ποτέ δεν τελειώνει για μας. Όσο στα χείλη μας ποτέ δεν ακούγεται η λέξη «παραδίνομαι», ο αγώνας ποτέ δεν τελειώνει για μας. Όσο την καρδιά μας καίει η ελπίδα της αναγέννησης της πατρίδας μας, ο αγώνας ποτέ δεν τελειώνει για μας. Όσο την ψυχή μας φλογίζει η λευτεριά, ο αγώνας ποτέ δεν τελειώνει για μας. Σε μια δύσκολη εποχή για την πατρίδα μας, είμαστε μ’ αυτούς που στα δύσκολα παλεύουν κι αγωνίζονται, με πείσμα στην ψυχή και μια καρδιά γεμάτη ελπίδα. Είμαστε με τον κάθε εργαζόμενο, που παλεύει να επιβιώσει όπως μπορεί, χωρίς να σκεφτεί να χρησιμοποιήσει ούτε μια φορά άνομα μέσα. Είμαστε με τον κάθε πολίτη που αγωνιά για την τύχη τη δική του και των συμπολιτών του, χωρίς όμως να σκεφτεί ούτε μια στιγμή να παραδώσει «γη και ύδωρ» για τριάντα αργύρια. Είμαστε με τον κάθε δάσκαλο που, παρά την κατάντια της χώρας μας, κοιτά τους μαθητές στα μάτια και τους διδάσκει για αλλοτινούς ήρωες. Είμαστε με τον κάθε δικαστή που, παρά τη δύσκολη στιγμή που περνά το ίδιο το δικαστικό σύστημα, εκείνος δεν ξεπουλά την έννοια της δικαιοσύνης. Είμαστε με τον κάθε γιατρό που, παρά την απάνθρωπη απαξίωση της υγείας, εκείνος δε χάνει ποτέ την ανθρωπιά του. Είμαστε με τον κάθε ιερέα που, ακόμα κι όταν όλα δείχνουν να βαίνουν προς ένα κολασμένο κι εξαχρειωμένο τρόπο ζωής που δοξάζει την ύλη, εκείνος εξακολουθεί ακόμη να μιλά για τον παράδεισο που προσφέρει η ψυχική καλλιέργεια, η καλοσύνη και η ηθική. Είμαστε με τον κάθε δημοσιογράφο που, παρότι βλέπει κάποιους να επιπλέουν σα φελλοί, επειδή υπηρετούν ξένα συμφέροντα και την προπαγάνδα τους, εκείνος εξακολουθεί ακόμη να υπηρετεί μονάχα την πατρίδα του και την αλήθεια. Είμαστε με τον κάθε στρατιωτικό που, παρότι η πατρίδα του τον πληγώνει, εκείνος στέκεται φρουρός, έτοιμος να πεθάνει για το χατήρι της. Είμαστε με τον κάθε πολιτικό ηγέτη που, παρότι προβλέπει πως οι Μήδοι θα διαβούν, εκείνοι στέκονται εκεί, φυλώντας Θερμοπύλες. Σε μια Ελλάδα που στενάζει, είμαστε μ’ αυτούς που σταυρώνονται καθημερινά, προσδοκώντας όμως την ανάσταση... Η Ελλάδα που αντιστέκεται, η Ελλάδα που πολεμά είναι η Ελλάδα που αγαπάμε και θέλουμε. Θέλουμε να ζήσουμε σε μια χώρα που θα κρινόμαστε με βάση την αξία και το χαρακτήρα μας, όχι το μέγεθος του πορτοφολιού μας. Θέλουμε να ζήσουμε σε μια κοινωνία που θα κρίνεται με βάση το πώς μεταχειρίζεται τους πιο αδύναμους ανάμεσά της, αλλά και κάθε πολίτης θα κρίνεται με βάση του πόσο προσφέρει στην κοινωνία, την οποία ζει, άσχετα με τις όποιες αδυναμίες του.Θέλουμε να ζήσουμε με αξιοπρέπεια, που αρμόζει στην ιστορία του λαού μας και στις προσωπικές μας πράξεις κι όχι με σκυμμένο το κεφάλι, επειδή μας αδίκησαν οι φαύλοι και ολίγιστοι. Θέλουμε να ζήσουμε σε μια χώρα που θα κυβερνάται από σώφρονες πολίτες, όχι που κουμαντάρεται από λύκους. Θέλουμε να είμαστε υπερήφανοι για το παρελθόν της πατρίδας μας και αισιόδοξοι για το μέλλον της. Δημήτριος Γκίκας, Εκπαιδευτικός, Υπ. Διδάκτωρ Νικόλαος Ναούμης, Πολιτικός Επιστήμων

Σάββατο 14 Ιουλίου 2012

Λόγος προς τους λαούς της Ευρώπης (Εμπνευσμένο από το λόγο του J.F. Kennedy)

Ευρωπαίοι συμπολίτες μου, Ζούμε πλέον σε μια διαφορετική Ευρώπη, επειδή οι ηγέτες μας θεωρούν πια το διακρατικό οργανισμό που δημιουργήθηκε εδώ και μισό περίπου αιώνα, ως κλαμπ πλουσίων που μπορεί και του επιτρέπεται να εκμεταλλεύεται τους πιο φτωχούς κι αδύναμους. Κι όμως, οι ίδιες αρχές της δημιουργίας τούτης της Ένωσης, οι ίδιες πεποιθήσεις για τις οποίες αγωνίστηκαν οι λαοί της και κάποιοι σπουδαίοι πολιτικοί της είναι ακόμη και σήμερα επίκαιρες όχι μόνο στην ίδια την ήπειρο, αλλά και σ’ ολόκληρο τον κόσμο: Οι αρχές της κοινωνικής δικαιοσύνης και της δημοκρατικής ευημερίας. Οφείλουμε να θυμόμαστε πάντα πως είμαστε σήμερα οι κληρονόμοι εκείνων των οραματιστών που δημιούργησαν το σημερινό μεγαλεπήβολο ειρηνικό κόσμο. Διότι, από την ώρα που γεννήθηκε το ευρωπαϊκό όραμα, οι λαοί της Ενωμένης Ευρώπης έπαψαν να αναζητούν στον πόλεμο τρόπους πολιτικής συμπεριφοράς. Η φλόγα της κοινωνικής δικαιοσύνης και ευημερίας φούντωσε στην ψυχή της γενιάς εκείνης των Ευρωπαίων, γεννημένων τον προηγούμενο αιώνα, δοκιμασμένων από τον πιο αιματηρό ίσως πόλεμο που έγινε ποτέ, περήφανων για τη σπουδαίο κληρονομιά που βασίστηκε, κατά ένα μεγάλο μέρος, στον πιο φωτισμένο πολιτισμό της, τον Ελληνικό. Οι νέοι άνθρωποι που ζούμε σ’ αυτόν τον καινούργιο αιώνα, με τις τόσες πολλές υποσχέσεις μιας άνευ όρων ανάπτυξης σ’όλα τα πεδία της ανθρώπινης δραστηριότητας, οφείλουμε να παραμείνουμε απρόθυμοι να ζήσουμε ή να επιτρέψουμε την οριστική κατάπτωση της ηθικής, της δικαιοσύνης, της αδελφοσύνης και αλληλοβοήθειας των λαών. Οφείλουμε να μην επτρέψουμε σε καμία περίπτωση το σπουδαιότερο εγχείρημα των λαών της Ευρώπης, αλλά και του κόσμου, να ξεπέσει σε μια προσπάθεια των λίγων να πλουτίσουν έναντι των πολλών. Η Ευρώπη των λαών δεν πρέπει ποτέ να καταντήσει η Ευρώπη των τραπεζών και του απάνθρωπου πλουτισμού. Η αλληλεγγύη που εξαγγέλθηκε κάποτε, δεν πρέπει να παραμείνει στα πλαίσια μιας απλής οικονομικής συνδιαλλαγής. Στις αρχές και στις αξίες, στις οποίες αφοσιώθηκαν όλα τα Ευρωπαϊκά Έθνη, οφείλουμε και σήμερα να παραμείνουμε αφοσιωμένοι, απ’ άκρη σ’ άκρη της Ευρωπαϊκής ηπείρου. Ας γνωρίζουν όλα τα ευρωπαϊκά έθνη και οι ηγεσίες τους, είτε μας σέβονται, είτε όχι, ότι ο ελληνικός λαός δεν ξέχασε ποτέ την ευρωπαϊκή του ταυτότητα. Κληθήκαμε να το αποδείξουμε αυτό σε πολύ περισσότερες περιπτώσεις από οποιονδήποτε ίσως άλλο λαό. Κι όμως, ακόμα και σήμερα κάποιοι μας λοιδωρούν, μας εμπαίζουν, μας περιφρονούν. Ας γνωρίζουν όλα τα ευρωπαϊκά έθνη και οι ηγεσίες τους ότι θα πληρώσουμε οποιοδήποτε τίμημα, θα σηκώσουμε οποιοδήποτε βάρος, θα αντιμετωπίσουμε οποιαδήποτε δυσκολία, θα υποστηρίξουμε οποιονδήποτε φίλο, θα αντιταχθούμε σε οποιονδήποτε εχθρό, για χάρη της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ευημερίας, της ελευθερίας. Αυτό το υποσχόμαστε και με το παραπάνω. Αρνούμαστε, όμως να προσέλθουμε ως πρόβατα επί σφαγή και να θυσιαστούμε για χάρη του πλουτισμού των λίγων. Αρνούμαστε να σηκώσουμε στις πλάτες μας τις ευθύνες άλλων για την κατάντια και την εξαθλίωση – οικονομική και πολιτική – της Ενωμένης Ευρώπης. Αρνούμαστε να δεχτούμε την άδικη κριτική που στρέφεται εναντίον μας, επειδή κάποιοι αποφάσισαν να μας στιγματίσουν ως αποδιοπομπαίους τράγους. Δε φταίει η Ελλάδα για όλα τα δεινά της Ευρώπης. Στους παλιούς εκείνους συμμάχους, με τους οποίους μοιραζόμαστε την πολιτιστική και πνευματική προέλευσή μας, υποσχόμαστε την πίστη του αφοσιωμένου φίλου, εκείνη που έχουμε αποδείξει σε όλους τους πολέμους και σε όλες τις πρωτοβουλίες που λήφθηκαν για να γίνει η Ευρώπη πρότυπο ανάπτυξης πολιτισμού και επικράτησης πραγματικής αδελφοσύνης μεταξύ των λαών μας. Ενωμένοι, δεν υπάρχουν πολλά που δεν μπορούμε να επιτύχουμε. Διαιρεμένοι, λίγα μπορούμε να καταφέρουμε. Στους άσπονδους όμως φίλους, που σήμερα υβρίζουν το λαό που γέννησε την ίδια την Ιδέα της δημοκρατίας και της ελευθερίας, προειδοποιούμε ότι δεν θα δεχτούμε μια νέα μορφή αποικιοκρατίας και σιδηράς τυραννίας. Είμαστε ένα μικρό κράτος με μικρή πολιτική δύναμη σε μια αχανή Ευρωπαϊκή ήπειρο. Είμαστε όμως μεγάλοι στην ψυχή, ατρόμητοι στην καρδιά και αξεπέραστοι στο νου σε μια μικρόψυχη, άκαρδη και ανόητη Ευρώπη. Είμαστε, γι’ αυτό, ικανοί να ανάψουμε εκείνη τη σπίθα που θα κάψει κάθε νέα μορφή δουλείας, κάθε καινούργιο πρόσωπο τυράννου, κάθε προσπάθεια αλαζονείας των ισχυρών. Δεν προσδοκούμε ότι πάντα θα είσαστε σύμφωνοι με τις απόψεις μας. Ελπίζουμε όμως ότι πάντα θα σας αντικρίζουμε να υποστηρίζετε με πάθος την ιδέα της δημοκρατίας και της ελευθερίας και να θυμάστε ότι, στο παρελθόν, όσοι ανόητα επιδίωξαν την εξουσία καβάλα στην τίγρη, κατέληξαν στο στομάχι της. Στους αδελφούς μας, τους Ευρωπαίους λαούς, που παλεύουν, όπως κι εμείς σήμερα, να διαρρήξουν τα δεσμά της μαζικής ανέχειας, δηλώνουμε την έμπρακτη συμπαράστασή μας, όχι σαν απλό ευχολόγιο, αλλά διότι αυτό είναι το σωστό. Όταν λαοί ελεύθερων κρατών δεν έχουν τη θέληση να αλληλοβοηθηθούν, αυτοί οι λαοί μοιραία θα καταλήξουν δούλοι κι επαίτες, από ελεύθεροι πολίτες. Διότι η ελευθερία και η δημοκρατία στηρίζονται στη δύναμη που οι πολλοί διαθέτουν για κοινούς στόχους κι οράματα κι όχι στην καλή θέληση των λίγων που νομίζουν ότι προσφέρουν αυτές τις αξίες ως ελεημοσύνη. Αυτή η συμπαράσταση, αυτή η σπίθα της ελπίδας, δεν μπορεί να καταστεί θήραμα των αχόρταγων ταγών και των οικονομικών κολοσσών. Ας γνωρίζουν όλοι οι δυνάμει τύραννοι ότι οι λαοί της Ευρώπης προτίθενται να παραμείνουν κύριοι του οίκου τους. Στην ελεύθερη και δημοκρατική συνέλευση των ευρωπαίων λαών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την τελευταία ελπίδα μας σε μια εποχή, στην οποία η υλιστική ευμάρεια καταπατά με θράσος και επιμονή κάθε έννοια δικαίου και ανθρωπιστικής ανάπτυξης, την καλούμε να μας υποστηρίξει, ώστε όλοι οι ευρωπαίοι λαοί να αποτρέψουμε τη μετατροπή του σε όργανο μιας νέας οικονομικής αποικιοκρατίας, να ενισχύσουμε την ασπίδα προστασίας που προσφέρει αυτή η συνέλευση στα αδύναμα κράτη και να επεκτείνουμε την προστασία αυτή σε ακόμα μεγαλύτερη γεωγραφική περιοχή. Στους ηγέτες εκείνους, η καρδιά των οποίων κρύβει το σκοταδισμό του δικαίου της πυγμής και οι σκοτεινέςτους προθέσεις ξαναφέρνουν στην επιφάνεια τη φρίκη ενός κεκρυμμένου ρατσισμού απέναντι στους αδύναμους, προσφέρω μονάχα τον αποτροπιασμό και την αποστροφή μου. Έχουν ζήσει οι λαοί της Ευρώπης μια από τις πιο φρικιαστικές σελίδες στο βιβλίο του κόσμου εξαιτίας παρόμοιων αντιλήψεων και συμπεριφορών. Δεν έχουμε ανάγκη την κακία τους, τα σκοτάδια της ψυχής τους. Δεν μπορούν, λοιπόν να επαναπαύονται οι σπουδαίοι ευρωπαίοι λαοί από τη σημερινή πορεία του Ευρωπαϊκού συρμού και των οδηγών του. Ένα όχημα που πάει στο γκρεμό, εξαιτίας της απίστευτης κουταμάρας, της καταραμένης ιδιοτέλειας και της σκοτεινής ανευθυνότητας του ανθρώπου που έχει το τιμόνι στα χέρια του, μόνο ένα πράγμα μπορεί να το συγκρατήσει: το φρένο έκτακτης ανάγκης που διαθέτουν οι επιβάτες του. Τούτη είναι η δική τους ευθύνη. Και σ’ αυτή την ευθύνη δε χωρούν αλληλοκατηγορίες, αλληλοσπαραγμοί και υβριστικές συμπεριφορές. Ας ξαναθυμηθούμε, λοιπόν οι ευρωπαϊκοί λαοί την κοινή μας καταγωγή, τα κοινά οράματα που έκαναν την Ένωση της Ευρώπης πραγματικότητα. Ας αντιληφθούμε πια ότι η έμπρακτη συμπαράσταση και η άνευ όρων προσφορά βοήθειας δεν είναι ένδειξη ανοησίας, ούτε η πολιτισμένη συμπεριφορά προς τους αδύνατους είναι σημάδι αδυναμίας. Ας μη διαπραγματευόμαστε ποτέ υπό το καθεστώς του φόβου. Αλλά κι ας μη φοβόμαστε ποτέ να διαπραγματευόμαστε. Ας ανακαλύψουμε όλοι οι λαοί τα προβλήματα που μας ενώνουν αντί να επιμένουμε στα προβλήματα που μας χωρίζουν. Ας διατυπώσουμε όλες οι χώρες, για πρώτη φορά, σοβαρές και ακριβείς προτάσεις που θα μας βγάλουν από την κρίση, κι ας θέσουμε την απόλυτη οικονομική ισχύ των λίγων που καταστρέφουν τους περισσότερους υπό τον απόλυτο έλεγχο όλων. Ας επιδιώξουμε όλοι οι λαοί να χρησιμοποιήσουμε τα θαύματα της τεχνολογίας και της οικονομικής ανάπτυξης ως μοχλό για την ευμάρεια όλων των Ευρωπαίων πολιτών κι όχι ως μοχλό για την εξαθλίωση των πολλών προς χάρη των λίγων. Ας ενωθούμε όλοι οι λαοί και ας κάνουμε πράξη στα πέρατα της Ευρώπης, στα πέρατα της οικουμένης την αρχαιοελληνική φράση «ο άνθρωπος είναι το μέτρο κάθε υλικού αγαθού». Ας ενωθούμε όλοι οι λαοί και ας δημιουργήσουμε, απωθώντας τη ζούγκλα της καχυποψίας, όχι μια νέα ισορροπία ισχύος, αλλά ένα καινούργιο κόσμο αλληλεγγύης, όπου οι ισχυροί είναι σώφρονες, οι αδύναμοι ασφαλείς και η δικαιοσύνη κυριαρχεί. Όλα αυτά δεν θα τελειώσουν στις πρώτες 100 μέρες. Ούτε θα τελειώσουν στις πρώτες 1.000 μέρες, ούτε ίσως και στη διάρκεια της ζωής μας σε αυτόν τον πλανήτη. Αλλά ας αρχίσουμε. Η τελική επιτυχία ή αποτυχία της πορείας μας, εξαρτάται απ’ όλους τους πολίτες της Ευρώπης ανεξαιρέτως, όπως εξαρτάται κι από τους Έλληνες. Διότι από τότε που ιδρύθηκε το κράτος μου, κάθε γενιά Ελλήνων έχει κληθεί να επαναβεβαιώσει την ευρωπαϊκή της αφοσίωση. Η αυτοθυσία των Ελλήνων που κλήθηκαν να υπερασπιστούν τις αρχές της δημοκρατίας και της ελευθερίας σε δύο παγκοσμίους πολέμους, αρχές που ολόκληρη η Ευρώπη σήμερα τιμά και απολαμβάνει, είναι γνωστή σ’ ολόκληρη την ευρωπαϊκή και παγκόσμια κοινότητα. Κι όμως σήμερα η Ελλάδα διασύρεται, η Ελλάδα εξαθλιώνετα, η Ελλάδα εγκαλείται. Σήμερα, η Ελλάδα καλείται και πάλι να σηκώσει στους ώμους της το βάρος ενός οδυνηρού αγώνα. Ενός αγώνα που όλοι οι άλλοι αρνούνται να αναλάβουν: τον αγώνα της αντίστασης ενάντια σε μια νέα μορφή οικονομικής καταπίεσης, τον αγώνα ενάντια σε μια νέα τυραννία, τον αγώνα ενάντια στην ανέχεια και την εξαθλίωση των λαών, τον αγώνα ενάντια σε καινούς εχθρούς. Μπορούμε να αντιτάξουμε σε αυτούς τους εχθρούς μια μεγάλη συμμαχία όλων των ευρωπαϊκών λαών που θα μπορέσει να εξασφαλίσει μια παραγωγικότερη ζωή για όλη την Ευρώπη; Θα συμμετάσχετε σε αυτή την ιστορική προσπάθεια; Στη μακρά ιστορία του κόσμου, μόνο σε μερικές γενιές χαρίστηκε ο ρόλος του υπερασπιστή της ελευθερίας στην ώρα της μεγαλύτερης δοκιμασίας της. Ας μην αποποιηθούμε αυτής της ευθύνης. Ας την καλοδεχτούμε. Πέτρινα τα χρόνια που ζούμε, σκληροί καιροί. Αλλά είμαι πεπεισμένος πως η Ευρώπη, αλλά και η ίδια η Ελλάδα έχει την ενέργεια,την πίστη, το κουράγιο να αφοσιωθεί σ’ αυτή την προσπάθεια που θα φωτίσει την πατρίδα μας και όλους όσοι εξακολουθούν να τη θαυμάζουν και να τη σέβονται, και η λάμψη από αυτή τη φωτιά που θ’ ανάψουμε, πρώτοι εμείς όπως και τόσες άλλες φορές στην ιστορία μας, μπορεί πραγματικά να φωτίσει τον κόσμο. Και έτσι, Έλληνες συμπολίτες μου: μην αναρωτιέστε τι μπορεί να κάνει η πατρίδα σας για εσάς, αναρωτηθείτε τι μπορείτε να κάνετε εσείς για την πατρίδα σας. Συμπολίτες μου της Ευρώπης: μην αναρωτιέστε τι θα κάνει η Ελλάδα, αλλά τι μπορούμε να κάνουμε μαζί οι λαοί της Ευρώπης για την ελευθερία του ίδιου του ανθρώπου.

Πέμπτη 7 Ιουνίου 2012

Ο αντίλογος της βίας

Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά: η βία δε διαθέτει μονάχα σωματική διάσταση. Διαθέτει και λεκτική, ψυχολογική. Η βία δεν αποτελεί απλή παράνομη πράξη. Θεωρείται – τουλάχιστον θα έπρεπε – καταδικαστέα και σε ευρύ κοινωνικό επίπεδο. Η βία δεν έχει χρώμα, κόμμα, μοναδική προέλευση. Βία κόκκινη, μαύρη, μπλε, πράσινη, πορτοκαλί, βία κομμουνιστική, βία φασιστική, η βία είναι πάντα βία.
Αυτό που είδα εγώ στην εκπομπή του ΑΝΤ1 ήταν η πρόκληση βίας και η λεκτική βία (από πλευράς των εκπροσώπων ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ), και η χρήση σωματικής και λεκτικής βίας (από πλευράς του εκπροσώπου της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ).
Αν καταδικάζουμε τη βία – και όταν λέω βία, εννοώ ΚΑΘΕ μορφή της –  τότε όλοι – κι όταν λέω όλοι, εννοώ ΟΛΟΙ! – οι εμπλεκόμενοι στο επεισόδιο πρέπει να τιμωρηθούν από το νόμο, να καταδικαστούν στη συνείδηση της κοινωνίας, να αποδοκιμαστούν στα πλαίσια της δημοκρατικής πολιτικής δράσης.
Ο αντίλογος της βίας δεν μπορεί ποτέ να είναι η βία. Είναι ο διάλογος, είναι η παράθεση επιχειρημάτων, είναι η διαμόρφωση υγιούς πολιτικής δράσης, είναι η προάσπιση των θεσμών της δημοκρατίας, είναι ο σεβασμός στην ύπαρξη του άλλου – αυτό που ονομάζεται «ηθική ελευθερία».
Αν σ’ αυτόν τον τόπο χάθηκε τόσο η έννοια του σεβασμού, η έννοια του διαλόγου, η έννοια της σύννομης και, ταυτόχρονα, κοινωνικά αποδεκτής συμπεριφοράς... Αν σ’ αυτόν τον τόπο ξεχάστηκε εντελώς η χριστιανική ηθική, το αρχαιοελληνικό φιλότιμο (η αιδώς)... Αν σ’ αυτόν τον τόπο, η κάθε μορφή βίας πρωταγωνιστεί στην πολιτική ζωή, τότε αυτός ο τόπος απώλεσε την ελπίδα του, αυτή η χώρα εάλω εδώ και καιρό. Απλώς δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει ή δε θέλουμε να το παραδεχτούμε ακόμα...

Τετάρτη 23 Μαΐου 2012

Ανοιχτή Επιστολή προς Έλληνες πολιτικούς


Προς τους λεγομένους «Μνημονιακούς» πολιτικούς

Αξιότιμοι Κύριοι,

Αντιλαμβάνομαι σε κάθε περίπτωση το προκύψαν πρόβλημα της χώρας μας. Γνωρίζω και κατανοώ τη δική σας άποψη. Έχω, όμως σοβαρότατες ενστάσεις στον τρόπο που διαμορφώνετε τον πολιτικό – προγραμματικό σας λόγο, έναντι των προσεχών εκλογών της 17ης Ιουνίου. Και εξηγούμαι:

Οι γενικόλογες αναφορές σας στην «ανάπτυξη» μόνο θυμηδία προκαλούν. Ξεκάθαρες δεσμεύσεις δεν προτίθεσθε να διατυπώσετε. Την ίδια ώρα ο λαός ζει στην ανέχεια και βλέπει να πληγώνεται βάναυση η εθνική του αξιοπρέπεια (ναι, υπάρχει ακόμη αυτή, σε κάποιους από εμάς τους ταπεινούς). Αναγκάζεται να πληρώνει τα φάρμακά του, διότι τα ταμεία έχουν διαλυθεί. Βλέπει το μισθό και τις συντάξεις του να μειώνονται, με τρόπο οριζόντιο, την ίδια ώρα που «ροκανίζεται» ο προϋπολογισμός του κράτους εξαιτίας της χρηματοδότησης των κομμάτων και το βουλευτικό σώμα εξακολουθεί να λαμβάνει παχυλότατους μισθούς και συντάξεις. Βλέπει τις Τράπεζες να εξαπατούν τους δανειολήπτες, παροτρύνοντάς τους δήθεν σε ρύθμιση οφειλών, στην ουσία όμως βυθίζοντάς τους ακόμα περισσότερο σε μια δίνη οικονομικής εξαθλίωσης, την ίδια ώρα που τα κόμματα όχι απλώς ρυθμίζουν τις οφειλές τους, αλλά «κουρεύουν» πολλές απ’ αυτές και μάλιστα με φοβερά ευνοϊκούς όρους. Βλέπει την εφορία, το ΙΚΑ, τα ταμεία να προβαίνουν σε συλλήψεις και σε κατασχέσεις περιουσιών προς πολίτες που χρωστούν λεφτά, την ίδια ώρα που τα ασφαλιστικά ταμεία δηλώνουν ανεπάρκεια πόρων που προκλήθηκε από υφαρπαγή, κι όμως κανείς δεν τιμωρείται γι’ αυτήν. Δε μιλάτε για την Εκπαίδευση που χωλαίνει ολοένα και περισσότερο δίχως στόχους και δίχως προσανατολισμό συγκεκριμένο, δε μιλάτε για το σύστημα Υγείας που, ολοένα και περισσότερο εξαθλιώνεται, δε μιλάτε για τη δικαιοσύνη που λειτουργεί υποτυπωδώς και, δυστυχώς ορισμένες φορές, με τρόπο «νταβατζιλίδικο», δε μιλάτε για τα εθνικά θέματα που ολοένα και τα υποβιβάζετε, δε μιλάτε καν για την εκμετάλλευση της ΑΟΖ ,δε μιλάτε ουσιαστικά για την αποκρατικοποίηση οργανισμών, την ουσιαστική εκμετάλλευση (κι όχι πανικόβλητη παραχώρηση) της δημόσιας περιουσίας, την αγροτική δύναμη που την καταστήσατε αδυναμία, την τουριστική βιομηχανία που την αφήσατε στο έλεος του θεού, τη ναυτιλία από την οποία εξαρθρώσατε κάθε υγιή πρωτοβουλία και δυναμικότητα.

Οι εκλογές της 17ης Ιουνίου είναι ίσως οι πιο κρίσιμες της μεταπολίτευσης. Μας το επαναλαμβάνετε εν είδει απειλής. Είστε εσείς, όμως που δεν έχετε αντιληφθεί την κρισιμότητα της κατάστασης στη χώρα. Οι απειλές, οι εκβιασμοί, οι επιθέσεις κατά αντιπάλων και η επίκληση μιας δήθεν προσωπικής ηθικής, στην παρούσα φάση δεν πείθουν κανένα σώφρονα άνθρωπο. Ο ικανός πολιτικός λόγος, η στέρεη σκέψη, η λογική πείθουν. Εξακολουθώντας να χρησιμοποιείτε τους πρώτους τρόπους, οδηγείτε τη χώρα και εσάς στην απόλυτη καταβαράθρωση.




Προς τους λεγόμενους «Αντιμνημονιακούς» πολιτικούς

Αξιότιμοι κύριοι,

Στις εκλογές που διενεργήθηκαν, ο λαός τίμησε με την ψήφο του πολλούς από εσάς. Από τα μέχρι σήμερα τεκταινόμενα, διαφαίνεται πως η ψήφος που σας έδωσε, δεν αξιοποιήθηκε ούτε στο ελάχιστο. Το ότι σηκώσατε τη σημαία του Αντιμνημονιακού αγώνα, δε σημαίνει ότι ο ρόλος σας τελείωσε. Οφείλετε να προχωρήσετε σε συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις και αλλαγές, τόσο στο πλαίσιο της οικονομικής αναφοράς, όσο και στο πλαίσιο της πολιτικής δραστηριότητας. Σας δόθηκε η δυνατότητα να κυβερνήσετε ή, έστω, να συγκυβερνήσετε και να «προσπεράσετε» με τρόπο ομαλό, τέτοιο που ταιριάζει στο σύγχρονο ελληνικό πολιτικό βίο, τη μνημονιακή πολιτική, να αλλάξετε εκ βάθρων κάποιες συγκεκριμένες νοσηρές καταστάσεις που επικράτησαν στη χώρα μας. Κρυφθήκατε πίσω από το δάκτυλό σας, στρουθοκαμηλίσατε, βρήκατε χίλιες δικαιολογίες και οδηγήσατε τη χώρα σε νέες εκλογές.

Χρησιμοποιείτε την οργή του κόσμου προς όφελός σας. Παίζετε με την ευημερία του λαού που σας εμπιστεύτηκε. Παίζετε με την εθνική του ακεραιότητα. Είστε δίγλωσσοι και αναξιόπιστοι, ακριβώς επειδή άλλως μιλάτε εκεί, άλλως εδώ, αλλιώς υπόσχεστε κι αλλιώς πράττετε. Το σημαντικότερο, όμως είναι πως έχετε κάνει σημαία σας την απαγκίστρωση από το Μνημόνιο, χωρίς να προσφέρετε αντίστοιχα κανέναν άλλο τρόπο εξόδου από την κρίση. Αντί για οράματα, προσφέρετε χίμαιρες, αντί για ηγετικό πολιτικό λόγο, καταφεύγετε στον πιο επαίσχυντο λαϊκισμό.

Η πολιτική του Μνημονίου δεν αποτελεί ιδεολογία. Ιδεολογία αποτελεί η πίστη σε αξίες και ιδανικά του έθνους μας, ιδεολογία αποτελεί η προσπάθεια εγκαθίδρυσης κοινωνικού κράτους, ιδεολογία αποτελεί η προώθηση υγιούς επιχειρηματικότητας και ατομικής πρωτοβουλίας, ιδεολογία αποτελεί η αγάπη προς την πατρίδα. Μείναμε δίχως ιδεολογία και γι’ αυτό είστε υπόλογοι και οι «Μνημονιακοί» και οι «Αντιμνημονιακοί». Μείναμε χωρίς ηγέτες με ανάστημα και σ’ αυτό φταίμε εμείς.

Διατελών υπό καθεστώτος πολιτικής σωφροσύνης,

Ο «κυρίαρχος Λαός»


Παρασκευή 18 Μαΐου 2012

Δημοκρατία και σύγχρονη τεχνολογία: ένα καινό όραμα


Είναι πλέον κοινός τόπος στην πολιτική της χώρας μας ο χαρακτηρισμός των πολιτικών διαδικασιών ως παρακμιακές, μη δυνάμενες να εκφράσουν την πραγματική βούληση των πολιτών. Η πρώτη ιδιότητα σε ένα υγιές κράτος είναι η πολιτική, με την έννοια που ο κάθε πολίτης θέλει - για μένα, οφείλει - να είναι πολιτικοποιημένος. Η μεγάλη όμως σύγχυση που τα τελευταία χρόνια διαμορφώθηκε ανάμεσα στο τι σημαίνει πολιτικοποιημένος και τι κομματικοποιημένος, δε βοήθησε στο να διαμορφωθούν συνθήκες ανάπτυξης συγκεκριμένων πολιτικών προτάσεων, ειδικότερα στη χώρα μας. Η πολιτική φιλοσοφία στην Ελλάδα αναλώνεται σε μια στείρα αναφορά στον αρχαίο και σύγχρονο τρόπο πολιτεύεσθαι, δίχως η πολιτική σκέψη να ξεφεύγει από τις συμπληγάδες ενός πολιτικού σκηνικού που, κατά κοινή ομολογία, πλέον είναι ξεπερασμένο.



Στα πλαίσια των παραπάνω σκέψεων, θεωρώ πως είναι επιβεβλημένη η συγκρότηση ξεχωριστής πολιτικής δεξαμενής σκέψης που θα διαμορφώσει νέα δεδομένα στο σύγχρονο τρόπο πολιτεύεσθαι. Τα δεδομένα αυτά θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους τόσο τις αρχαίες πηγές και τους παράγοντες που οδήγησαν το πολίτευμα της Δημοκρατίας στη σημερινή επικράτησή του στα ανεπτυγμένα κράτη, όσο και στον τρόπο που η σύγχρονη τεχνολογία θα μπορούσε να αξιοποιηθεί, ώστε η δημοκρατία να λάβει καινούργιες διαστάσεις ανάπτυξης. Δε θεωρώ απαραίτητο, αυτή η δεξαμενή σκέψης που θα συγκροτηθεί να διεκδικεί να προσκομίσει καινές ιδεολογικές αναφορές. Ο πατριωτισμός, η σωστή δημοκρατική πολιτική δράση, η ελπίδα για μια Ελλάδα περήφανη για την ιστορία της, την παράδοσή της και την πολιτική της δράση, θα καθορίζουν τους στόχους αυτής της δεξαμενής σκέψης. Αυτό που οφείλουμε να προάγουμε είναι μια καινούργια μορφή πολιτικής δράσης, με βασικό στοιχείο την αξιοποίηση και χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας στο μεγαλύτερο φάσμα της πολιτικής δραστηριότητας, ώστε η τελευταία να γίνει πιο άμεση και αποτελεσματική.



Πολλά ακούγονται περί διενέργειας δημοψηφίσματος, επικράτησης άμεσης δημοκρατίας, αναθεώρησης Συντάγματος, ακόμη και σχηματισμός συντακτικής συνελεύσεως. Όλα τα παραπάνω οδηγούν στην ίδια σκέψη: ο κοινοβουλευτισμός δέχεται, ίσως για πρώτη φορά στην ιστορία του, ειδικότερα κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης, πρωτοφανή επίθεση. Όμως θα πρέπει να προσεχθούν κάποια συγκεκριμένα ζητήματα.Οπωσδήποτε, ο κοινοβουλευτισμός διαθέτει πάρα πολλά τρωτά σημεία, ώστε να συνεχίσει να υφίσταται με τις ίδιες αρχές που υφίστατο ως τα σήμερα. Η απόλυτα άμεση δημοκρατία, όμως είναι μάλλον ανέφικτη. Ορθότερο θα ήταν ένα μικτό σύστημα με τις εξής βασικές αρχές:

§  Συμμετοχή όλων των πολιτών στην ενάσκηση της νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας. Το Σύνταγμα του Κράτους οφείλει να επιτρέπει την ενάσκηση των παραπάνω εξουσιών με άμεση εκπροσώπηση. Εκπροσώπηση δι’ αντιπροσώπων επιτείνει τόσο τις κοινωνικές ανισότητες, όσο και τις πολιτικές διαστρεβλώσεις της πραγματικής θέλησης του λαού. Τα τελευταία γεγονότα το αποδεικνύουν έμπρακτα.

§  Η νομοθετική εξουσία οφείλει να ασκείται από συλλογικό όργανο πολιτών που κληρώνονται, καθώς και ειδικό όργανο σύνταξης των νόμων που δε θα συμμετέχει στις τελικές αποφάσεις του συλλογικού οργάνου. Ο θεσμός δηλαδή των Βουλευτών δε θα πάψει να υφίσταται. Θα είναι όμως άλλος ο ρόλος του και άλλη η θέση του στην πολιτική ζωή.

§  Η εκτελεστική εξουσία θα ασκείται από αιρετό πολίτη, μέσα από άμεση ψηφοφορία όλων των πολιτών κι όχι μέσω του νομοθετικού οργάνου, ο οποίος και θα προτείνει – χωρίς δικαίωμα παρέμβασης, αρνησικυρίας ή επιβολής – μέλη που θα στελεχώνουν το Εκτελεστικό όργανο, το οποίο και θα αφορά σε όλους τους βασικούς τομείς της δημόσιας ζωής (Εκπαίδευση, Υγεία κλπ). Τα μέλη του Εκτελεστικού Οργάνου θα είναι επίσης αιρετά με άμεση ψηφοφορία όλων των πολιτών.

§  Η ενάσκηση της δικαστικής εξουσίας δύναται να συμβεί μέσω ενός μικτού συστήματος απονομής δικαιοσύνης, το οποίο θα βασίζεται τόσο στην ύπαρξη ειδικού σώματος Δικαστών, όσο και στη σύγχρονη συμμετοχή και παρουσία σώματος ενόρκων σε ΚΑΘΕ μορφή απονομής δικαιοσύνης μέσω των οργάνων απονομής της (είτε αυτά είναι αστικά, είτε ποινικά, είτε διοικητικά δικαστήρια και πάσης φύσεως αντίστοιχα όργανα). Η ύπαρξη ειδικού σώματος Δικαστών κρίνεται απαραίτητη, καθώς τα σύγχρονα κράτη διαθέτουν πολύπλοκο νομικό σύστημα. Η παρουσία σώματος ενόρκων, όμως είναι επίσης απαραίτητη, καθώς θα θεραπευτούν βασικά συμπτώματα διαφθοράς της δικαστικής εξουσίας, μονομερούς ενάσκησης εξουσίας (π.χ. δικαστήρια με αποφάσεις ενός και μόνο δικαστού τείνουν να διαμορφώνουν σύστημα εντελώς μονοδιάστατο και χαμηλού κύρους), καθώς και παρερμηνειών του νόμου.

§  Η ισονομία οφείλει να αποτελεί συστατικό στοιχείο· Η ισηγορία το ίδιο. Κατά συνέπεια, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, καθορισμένα με νόμο, θα συγκαλείται ηλεκτρονική Συνέλευση πολιτών, στα οποία θα συζητούνται και, αν απαιτείται, κατόπιν θα ψηφίζονται τόσο θέματα Ημερησίας Διατάξεως που θα εισηγείται το Εκτελεστικό Όργανο, όσο και θέματα Εκτάκτου Ενδιαφέροντος που θα εισηγούνται ηλεκτρονικά οι πολίτες.Ένα επιμέρους συμπέρασμα των παραπάνω σκέψεων οφείλει να είναι και το εξής: το ίδιο το σύστημα του κοινοβουλευτισμού όντως παράγει όλα αυτά τα φαινόμενα που έχουν δημιουργήσει και την παρούσα κρίση. Δεν είναι όμως ούτε σωστή, ούτε δικαιολογημένη η απόλυτη γενίκευση πως όλοι όσοι το υπηρετούν είναι διεφθαρμένοι. Η επίθεση κατά του κοινοβουλευτισμού ας παραμείνει στο πλαίσιο των ιδεών κι ας μη στρέφεται κατά μεμονωμένων ή ολόκληρων των εκπροσώπων του. Η βία είναι κατακριτέα, κι οφείλει να είναι, σε κάθε μορφή δημοκρατικής πολιτείας.

§   Επειδή η εκπαίδευση ενός λαού είναι από τα σημαντικότερα, αν όχι το πιο σημαντικό στοιχείο, ανάπτυξης υγιούς πολιτικής ζωής, είναι επιβεβλημένη η αλλαγή πολλών από τα χαρακτηριστικά της. Εκπαίδευση η οποία, πρώτα απ’ όλα θα καλλιεργεί την αντίληψη της συμμετοχής Ένα σύστημα βασισμένο στις αρχές της άμεσης συμμετοχής, οφείλει να καλλιεργεί τη σημασία αυτής ακριβώς της συμμετοχής. Διαφορετικά δε θα είχε νόημα η οποιαδήποτε αντίστοιχη προσπάθεια. Κατά δεύτερον, θα εξάρει τη σημασία της δημιουργικότητας. Θα απαλείψει το απόλυτο στερεότυπο του βολέματος και του δήθεν δημόσιου χαρακτήρα της, που και μίζερος είναι και καλλιεργεί λανθασμένες αντιλήψεις του τύπου «μόνο στο Δημόσιο μπορώ να προσβλέπω». Έτσι,θα διαμορφώσει και την αναζήτηση του υγιούς κέρδους που θα παράγεται από την εργασία και θα περιθωριοποιηθούν αντιλήψεις που θεωρούν την υγιή επιχειρηματικότητα κλεψιά. θα ξαναδώσει πίστη στις αξίες όχι μόνο του ελληνικού πολιτισμού, αλλά και του ελληνικού κράτους. Το κράτος δεν είναι κακό, ούτε όλοι οι εκπρόσωποί του είναι δυνάμει εγκληματίες ή απατεώνες. Θα προάγει την ελληνική ιστορία και παράδοση, όχι στη βάση του ότι μόνο οι έλληνες διαθέτουμε τέτοια, αλλά στη βάση ότι έχουμε έναν ιδιαίτερο και ξεχωριστό πολιτισμό. Δε χρειάζεται να γίνουμε ρατσιστές ή συνωμοσιολόγοι του τύπου «οι ξένοι θέλουν μόνο το κακό μας», ούτε να υιοθετούμε Βερεμικές ανοησίες του τύπου «σιγά την ιστορία μας».

Η πολιτική φιλοσοφία σήμερα δεν μπορεί να παραμένει σε στείρες αναλύσεις ή αναμάσημα των αρχών των πολιτευμάτων. Οφείλει και να διαμορφώσει νέα πλαίσια πολιτικής σκέψης. Αλλιώτικα, θα παραμείνει απλώς μια μορφή άγονης παρουσίασης ιδεών και συστημάτων, δίχως τον οραματισμό που ο κλάδος της πολιτικής φιλοσοφίας χρειάζεται.

Δ. Γκίκας,

Μ.Α. Συστηματικής Φιλοσοφίας Πανεπιστημίου Αθηνών,

Υπ. Διδάκτωρ Πολιτικής Φιλοσοφίας

Παρασκευή 11 Μαΐου 2012

Ανοιχτή Επιστολή προς Ευρωπαίους Εταίρους - Δανειστές


Αξιότιμοι κύριοι,

Με ειλικρινή αγωνία, αυτήν που κάθε Έλληνας, αλλά και κάθε άλλος που νιώθει Έλληνας, αισθάνεται, πληροφορήθηκα τις τελευταίες εξελίξεις και ενέργειες στις οποίες προβήκατε, αναφορικά με τη δόση του δανείου των 5,2 δις ευρώ προς τη χώρα μου.

Η Ελλάς, κύριοι, όπως και υμείς έχετε παραδεχτεί κατά καιρούς, κατέβαλλε και καταβάλλει θυσίες τεράστιες που καταβυθίζουν το βιοτικό επίπεδο των πολιτών της, ώστε να μπορέσει να υιοθετήσει μέτρα μάλλον επαχθή, μόνο και μόνο επειδή υποστηρίξατε ότι αποτελούν τα μόνα που θα ορθοποδήσουν οικονομικά τη χώρα και θα την οδηγήσουν σε τροχιά ανάπτυξης. Κατά καιρούς, μάλιστα επιδείξατε ιδιαίτερη πυγμή στο να υιοθετηθούν τα μέτρα αυτά από την Ελληνική κυβέρνηση, ενώ δε διστάσατε να παρέμβετε και πολιτικά, ζητώντας, κατ’ άλλους επιβάλλοντας, αλλαγή κυβέρνησης και πρωθυπουργού, οδηγώντας τη χώρα σε τροχιά διάλυσης και σύροντάς την ακόμη και σε, μερική έστω, κατάλυση του Συντάγματος. Παρά ταύτα, οι υγιείς πολιτικές και παραγωγικές δυνάμεις αυτού του τόπου όχι μονάχα παραδέχτηκαν τη χρησιμότητα δραστικών αλλαγών και μεταρρυθμιστικών προσπαθειών, αλλά την υποστήριξαν, έστω κι αν δεν συμφωνούσαν στα μέτρα καθαυτά. Ακολούθησαν, λοιπόν την πολιτική σας, την ασπάστηκαν στο μεγαλύτερο κομμάτι της και, παρά το γεγονός ότι διαφωνούσαν στα σημεία, έπραξαν το καθήκον τους απέναντι στη χώρα και υποχώρησαν στις επιταγές σας.

Κάθε σώφρων άνθρωπος αντιλαμβάνεται πως οι τελευταίες πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα προκαλούν από προβληματισμό ως πανικό σε σας. Μεγάλη μερίδα του Ελληνικού λαού απέρριψε τη «συνταγή» του Μνημονίου, παρά το γεγονός ότι προεκλογικά προβήκατε σε αφόρητες πιέσεις και κεκρυμμένες απειλές. Αυτό που ίσως δεν αντιληφθήκατε τότε και, φοβούμαι, δεν αντιλαμβάνεστε ούτε και τώρα είναι πως αυτές ακριβώς οι πιέσεις και οι εκβιασμοί λειτούργησαν με ακριβώς αντίθετο τρόπο. Πιέζοντας το φιλότιμο και την υπερηφάνεια του λαού μου, δημιουργήσατε κλίμα οργής και αγανάκτησης ακόμη και σ’ αυτούς που δεν αντιμάχονται την Ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας.

Φαντάζομαι ότι σας παραξενεύει, ίσως και σας εξοργίζει, το γεγονός πως οι Έλληνες είμαστε ιδιαίτερα υπερήφανοι σα λαός και δε σκύβουμε εύκολα το κεφάλι. Πρέπει όμως να θυμάστε πως αυτή η περηφάνεια και η ανυπακοή έδωσαν στο στρατόπεδο των Συμμάχων, κατά την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, την πρώτη νίκη τους εναντίον του Φασισμού και του Ολοκληρωτισμού που απειλούσε να σκεπάσει ολόκληρη την Ευρώπη και τον κόσμο. Τότε, μας αποκαλέσατε ήρωες. Τώρα, μας αποκαλείτε απατεώνες και τεμπέληδες. Τότε, σπεύσατε να μας συγχαρείτε και να μας στηρίξετε. Τώρα, απειλείτε και θέτετε εκβιαστικά διλήμματα στο λαό που γέννησε τη Δημοκρατία και που τόσο δηλώνετε ότι εκτιμάτε, χωρίς όμως στ’ αλήθεια να σέβεστε.

Παρακρατείτε ένα ποσό του δανείου, διακηρύσσετε παντού, χωρίς πολλά λόγια, όπως λέτε,  ότι το κράτος πρέπει να έχει συνέχεια κι ότι οι δεσμεύσεις δεν μπορούν να αναθεωρούνται. Μας θυμίζετε ότι η Ελλάδα έχει λάβει τεράστια ποσά για την εξυπηρέτηση του χρέους της και παριστάνετε τους θιγμένους, λέγοντας ότι έχετε εκτεθεί σ’ όλο τον κόσμο, επειδή στηρίξατε το κούρεμα του χρέους. Ισχυρίζεστε ότι έχετε προσφέρει την απαραίτητη τεχνογνωσία και το χρόνο, ώστε το χρέος να γίνει βιώσιμο, δηλώνοντας έκπληκτοι με το γεγονός ότι δεν έχουμε ακόμη καταφέρει να ορθοποδήσουμε. Αναφέρεστε δε στην «αλληλεγγύη» που προσφέρουν τα κράτη μεταξύ τους, μέσα στο πλαίσιο της Ενωμένης Ευρώπης.

Κύριοι,

Επειδή η παραβίαση της λογικής έχει και όρια, χωρίς πολλά – πολλά λόγια, σας θυμίζω:

Το κράτος ΕΧΕΙ συνέχεια. Οι πολιτικές όμως μπορούν και να αλλάξουν. Καμία πολιτική δεν είναι μονόδρομος, ειδικότερα στη δημοκρατία. Αλλιώτικα, κυρίες και κύριοι εταίροι, θα ήσαστε ακόμη κάτω από τη Ναζιστική μπότα.

Οι δεσμεύσεις πάντοτε μπορούν να τεθούν υπό αναθεώρηση. Πολλοί Γερμανοί πολιτικοί κατά καιρούς δεσμεύτηκαν να αποζημιώσουν τη χώρα μου για τα όσα μύρια υπέφερε από τους κατακτητές, αλλά οι δεσμεύσεις αναθεωρήθηκαν.

Πράγματι, η Ελλάδα έχει δεχτεί σημαντικά ποσά για την εξυπηρέτηση του χρέους. Ξεπληρώνουμε δηλαδή το ένα δάνειο με άλλο. Ποσά για την ανάπτυξη, όμως δεν έχει δεχτεί. Και σεις, βέβαια, ως δανειστές, ενδιαφέρεστε για τα χρήματά σας. Εμείς, ο λαός, ενδιαφερόμαστε για το μέλλον μας. Κάποιος κακεντρεχής θα έλεγε ότι συμπεριφέρεστε σαν τράπεζα που κοιτά να υποθηκεύσει τη χώρα μου όσο μπορεί για να εξασφαλίσει το δάνειο, παρά σαν διακρατικός οργανισμός που δημιουργήθηκε επί τη βάσει αμοιβαίας φιλίας και συνεργασίας.

Μας λέτε ότι μπορούν να γίνουν ελαφρύνσεις. Τώρα το λέτε! Πριν από μήνες, ούτε να το ακούσετε δε θέλατε! Μας ζητάτε να παραμείνουμε στην εξίσωση, αν θέλουμε να αναπτυχθούμε αορίστως αργότερα. Ποια εξίσωση; Άνθρωποι είμαστε, όχι νούμερα!

Η Ευρώπη, αν έχει εκτεθεί παγκοσμίως, είναι διότι ακολουθεί μια πολιτική που όχι μόνο εξαντλεί οικονομικά τους λαούς της, αλλά οδηγεί και σε πολιτικούς κινδύνους.

Αν δόθηκε ο απαραίτητος χρόνος και η τεχνογνωσία για να γίνει το χρέος βιώσιμο, γιατί αυτό δε γίνεται; Βαπτίζετε την αποτυχία, επιτυχία;

Μιλάτε για αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών... Είναι προφανές ότι δε γνωρίζετε τη σημασία του όρου. Θα το αποδείξω με το εξής: Αν οι πολιτικές δυνάμεις αυτού του τόπου, παρά το αποτέλεσμα της κάλπης, το οποίο ξεκάθαρα στρέφεται κατά της μνημονιακής πολιτικής, δέχονταν τελικά να διατηρήσουν τα συμφωνηθέντα της προηγούμενης κυβέρνησης, θα ήσαστε πρόθυμοι να εγγυηθείτε από τη μεριά σας, ότι θα βοηθήσετε την Ελληνική κυβέρνηση, όχι με αερόλογες υποσχέσεις ανάπτυξης, αλλά με πραγματικά δεδομένα να αναπτύξει την οικονομία της; Θα μπορούσατε, επί παραδείγματι, να εγγυηθείτε στην Ελληνική κυβέρνηση κάθε είδους υποστήριξη (αμυντική, διπλωματική κ.ο.κ που προβλέπονται εξάλλου από το καταστατικό της Ε.Ε.) στην ανακήρυξη της ΑΟΖ στο χώρο του Αιγαίου; Θα παρείχατε εγγυήσεις για τον συμψηφισμό των δανείων που έχουμε λάβει με τις πολεμικές αποζημιώσεις που δεν έχουμε λάβει; Θα αναλαμβάνατε, ως Ε.Ε., την παροχή διπλωματικής βοήθειας ώστε η γειτονική χώρα της FYROM να μην ενταχθεί ποτέ στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε. με το όνομα Μακεδονία; Θα ήσαστε πρόθυμοι να θέσετε βέτο στην ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε., εφόσον η τελευταία, όχι απλώς δεν υιοθετήσει τις αρχές της, αλλά δεν άρει το καθεστώς casus belli για την επέκταση των χωρικών μας υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια; Εν τέλει, θα φροντίζατε – εγγράφως και δεσμευτικά – για την αποκατάσταση του ονόματος της χώρας μας στο εξωτερικό, προχωρώντας – για να αναφέρω ένα και μόνο παράδειγμα – στην ποινική δίωξη χωρών που κατέχουν παρανόμως ελληνικές αρχαιότητες; Αν συμφωνήσετε με τα παραπάνω, να είστε σίγουροι ότι η πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων αυτού του τόπου θα βρει τον τρόπο να μη σας αφήσει ακάλυπτους, χωρίς μάλιστα να αναγκαστείτε να προβαίνετε σε τέτοια εκβιαστική και ανέντιμη πολιτική στάση, αξιώνοντας την απόλυτη υποταγή από μέρους των πολιτικών δυνάμεων μ’ έναν τρόπο που καθόλου δεν συνάδει με το όραμα της Ενωμένης Ευρώπης, το οποίο υποτίθεται ότι εκπροσωπείτε.

Κύριοι,

Η αγωνία που διακατέχει εμένα, ως απλός πολίτης, το ανέφερα ήδη, διακατέχει κι όλους εκείνους που αισθάνονται Έλληνες. Ωφείλετε κι εσείς να αισθάνεσθε έτσι, καθόσον αποτελείτε τέκνα του Δυτικού Πολιτισμού, ενός πολιτισμού που, με όλα τα άλλα, αντιλαμβανόμενος την αξία της «ετικέτας» (“brand name”, για να το πω στη γλώσσα που καταλαβαίνετε καλύτερα) «Έλληνας», δεν δίστασε να ανακηρύξει με την ένδοξη αυτή ονομασία κάθε άνθρωπο που λαμβάνει την ίδια παιδεία με την ελληνική (και μάλλον Έλληνας καλείσθαι τους της παιδείας της ημετέρας ή τους της κοινής φύσεως μετέχοντας). Είναι, λοιπόν ευκαιρία για σας, να αποδείξετε ότι γνωρίζετε και τιμάτε τους απογόνους του πολιτισμού εκείνου που σας έδωσε τα φώτα για να φτάσετε στο καλύτερο σημείο της ανθρώπινης πορείας προς την εξέλιξη, την πρόοδο, την ανάπτυξη. Όχι ευεργετώντας απλώς (οι Έλληνες δεν έχουμε ανάγκη ευεργεσίας και σίγουρα όχι του είδους που παρέχετε εσείς μέχρι σήμερα), αλλά συμπαραστεκόμενοι στο λαό που πολλά προσέφερε στην Ευρώπη και στο όραμα της Ενοποίησής της.

Μετά τιμής,

Δ. Γκίκας

Εκπαιδευτικός

Υ.Γ. Όταν εξοργίζομαι ακόμη κι εγώ, που είμαι Ευρωπαϊστής, κάτι δεν πάει καλά με την Ευρώπη σήμερα...

Τετάρτη 9 Μαΐου 2012

Ο επαναπροσδιορισμός του πατριωτικού χώρου


 


Σε συνθήκες οικονομικής δυσχέρειας, ιδεολογικής κρίσης και πολιτικής αστάθειας διεξήχθησαν οι πρόσφατες εκλογές. Αντί δε να επιλύσουν προβλήματα, δημιούργησαν έτι περισσότερα. Ένα απ’ αυτά είναι ο πολιτικός και ιδεολογικός προσδιορισμός του πατριωτικού χώρου.

Η αμφισβήτηση της Ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας, το πρόβλημα της μετανάστευσης, η απαξίωση εκ μέρους εκπροσώπων του δικομματισμού πολλών από τους παραδοσιακούς θεσμούς του έθνους, οδήγησαν στον πρωτοφανή κατακερματισμό – πολιτικό και ιδεολογικό – των πατριωτικών δυνάμεων. Η κεντροδεξιά παράταξη οδηγήθηκε σε διάσπαση. Την είσοδό τους στη Βουλή διεκδίκησαν με αξιώσεις 5 κόμματα που ανήκουν σ’ αυτό το χώρο, ενώ δεν είναι τυχαίο πως ακραίες συνιστώσες κατάφεραν να αλιεύσουν πολλές χιλιάδες ψήφους, αποτελώντας σημαντική κοινοβουλευτική δύναμη.

Για όποιον παρακολουθούσε τα δρώμενα στην πολιτική σκηνή τα τελευταία χρόνια, αυτή η εξέλιξη ήταν μάλλον αναμενόμενη. Όταν απαξιώνεις το μεταναστευτικό πρόβλημα, άλλοτε «στρουθοκαμηλίζοντας», άλλοτε αποκαλώντας τους ανησυχούντες «ρατσιστές», οι πολίτες που βιώνουν την τεράστια σε μέγεθος εγκληματικότητα, κάποια στιγμή θα στραφούν στον ακραίο λόγο. Όταν τοποθετείς Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων μια πολιτικό που, ως Ευρωβουλευτής, ασπαζόταν θεωρίες περί καταργήσεως του Αβάτου του Αγίου Όρους και λατινοποιήσεως της Ελληνικής γλώσσας, ο πολίτης που δεν έχει απεμπολήσει τις παραδοσιακές του αξίες θα στραφεί εκεί όπου, υποτίθεται, διαφυλάσσονται. Όταν επιτρέπεις να απαξιώνεται η ελληνική ιστορία και να αναβαπτίζεται στα σχολικά βιβλία η σφαγή της Σμύρνης «συνωστισμός», ο πολίτης αισθάνεται ξεκομμένος από την πολιτική και εκπαιδευτική ηγεσία, οπότε μοιραία θα στραφεί αλλού. Όταν απαξιώνεται ο εκκλησιαστικός λόγος και η Ορθόδοξη Παράδοση, όταν θεωρείται εξ ορισμού ακραία κάθε αναφορά στην πατρίδα, όταν προπαγανδίζεται κάθε ξένο στοιχείο πολιτισμού και τρόπου ζωής ως το μόνο καλό, σπρώχνεις ανθρώπους που δεν υπήρξαν απαραίτητα ακραίοι στο να ασπαστούν ξενοβοφικό λόγο.

Το μεγάλο, όμως ζήτημα που τίθεται είναι αυτό που αφορά την Ευρωπαϊκή προοπτικής της χώρας. Στον περίφημο λόγο που εκφώνησε ο Κ. Καραμανλής ο Πρσβύτερος στο Ζάππειο, το 1979, όταν η Ελλάδα εντάχθηκε στην ΕΟΚ, ανέφερε ότι οι Έλληνες επιθυμούν να είναι Ευρωπαίοι, χωρίς όμως να σημαίνει αυτό απώλεια της εθνικής τους ταυτότητας. 33 χρόνια μετά, η διακήρυξη αυτή ξεχάστηκε. Η Εθνική ταυτότητα και η ευρωπαΪκή προοπτική μοιάζουν μεγέθη που συγκρούονται. Γι’ αυτό το λόγο η αντιευρωπαϊκή ρητορεία εισχώρησε και στον πατριωτικό χώρο.

Ξεκινώντας απ’ αυτό, θεωρώ ότι πρέπει να ξαναθυμίσουμε πως η Ευρώπη ανήκει στην Ελληνική πολιτισμική σφαίρα. Πολιτισμικά, οι Ευρωπαίοι είναι απόγονοί μας. Τα όποια προβλήματα υπάρχουν – και είναι πολλά, κανείς δεν αντιλέγει – δεν είναι δυνατό να οδηγήσουν σ’ ένα πολιτικό και πολιτισμικό διαζύγιο. Απ’ την άλλη, όμως η απόλυτη προσήλωση στις πολιτικές επιταγές των Ευρωπαίων συνιστά έλλειψη εθνικής βούλησης. Δεν είναι ανάγκη να υποδουλωθούμε πολιτικά ή οικονομικά, για να διατηρήσουμε την Ευρωπαϊκή μας ταυτότητα.

Το μεταναστευτικό πρόβλημα πρέπει πλέον να τεθεί επί τάπητος. Όχι όμως στη βάση μιας αόριστης ρητορείας. Κανένα πολιτισμένο κράτος στον κόσμο δεν υποβιβάζει την ποιότητα ζωής των πολιτών του για να μη... πειράξει τους παράνομους μετανάστες που ζουν σ’ αυτό. Οργάνωση χρειάζεται, πολιτική βούληση σοβαρή και μετρημένη. Ο ανθρωπισμός και το φιλότιμο είναι δεδομένα κι αυτονόητα στον Έλληνα κι όσοι ανόητοι μας κατηγορούν τόσο εύκολα για ρατσιστές, ας πάει να ζήσει για λίγο σε άλλα κράτη, για να καταλάβει τι σημαίνει να βιώνεις τον πραγματικό ρατσισμό.

Η παιδεία είναι προνόμιο του λαού. Είναι ταυτόχρονα υπόθεση και ευθύνη εθνική. Σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να δεχτώ, ως εκπαιδευτικός, ότι πρώτιστη βούληση της ηγεσίας αυτής της χώρας είναι να απαλείψει το εθνικό της περιεχόμενο.

Τα εθνικά θέματα πρέπει επιτέλους να μπουν στην καθημερινή ατζέντα των πολιτικών. Είτε δε μιλάμε πια γι’ αυτά, είτε τα θεωρούμε υποδεέστερα. Ακόμη χειρότερα, τα σπρώχνουμε προς μια... δήθεν διεθνιστική λογική. Έμεινα εμβρόντητος ακούγοντας πρόσφατα από δημοσιογράφο μεγάλου ιδιωτικού καναλιού να αστειεύεται με γνωστό ηθοποιό από την Κρήτη για την περίπτωση η Μεγαλόνησος να ανεξαρτητοποιηθεί! Προσωπικά δεν με ενδιαφέρει αν υπάρχει ξένος δάκτυλος ή συμφέροντα. Αυτά πάντα θα υπάρχουν. Εμείς τι κάνουμε, είναι το θέμα.

Η απεμπόληση εθνικών συμφερόντων, η άκρατη και άκριτη μιμητική αποδοχή και υιοθέτηση ξένων προτύπων πολιτικής συμπεριφοράς, ο αποχρωματισμός του ελληνικού κράτους από συγκεκριμένες ιστορικές και εθνικές αντιλήψεις, δεν εκπροσωπούν την πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Οπωσδήποτε, είναι ανάγκη να υπάρξει αλλαγή πλεύσης στο ζήτημα της πολιτικής συμπεριφοράς από πλευράς των ηγετών της χώρας μας. Είναι, μάλιστα δεδομένο πως εκείνοι οι ταγοί που θα το αντιληφθούν αυτό, θα διαμορφώσουν νέα πολιτικά δεδομένα στη χώρα μας. Είναι πραγματική παρακμή του πολιτικού μας συστήματος να επιτρέπουμε σε ακραίες πολιτικές συνιστώσες να μονοπωλούν τον πατριωτικό λόγο.

Το ελληνικό κράτος διαθέτει ισχυρό εθνολογικό προσανατολισμό που εδράζεται τόσο στη μακραίωνη ιστορική του παρουσία και τη σπουδαία πολιτισμική του πορεία, όσο και στους αγώνες που έδωσε ο λαός του για να παραμείνει ανεξάρτητο. Η γλώσσα του, εθνική κι όχι από συγκυρίες κυριαρχούσα, η θρησκεία του, αμιγώς χριστιανική, η πολιτιστική του ταυτότητα και η εθνική του κουλτούρα, αποτελούν βασικά στοιχεία της ύπαρξής του. Τούτες οι διαπιστώσεις δεν αποτελούν αντιλήψεις ακροδεξιού ή φασιστικού χαρακτήρα. Αποτελούν δεδομένα που στηρίζονται σε ιστορικές διεργασίες και συγκεκριμένη πορεία που έχει διανύσει το συγκεκριμένο κράτος και η πλειοψηφία του λαού του.






Πέμπτη 26 Απριλίου 2012

Ως πότε θα είμαστε δεσμώτες;


Στο Πλατωνικό Σπήλαιο, οι άνθρωποι ζουν ως δεσμώτες. Δεσμά στο λαιμό, δεσμά στα πόδια. Βλέπουν μόνο μπροστά και δεν μπορούν να εξερευνήσουν τη σπηλιά, πόσω μάλλον τον κόσμο έξω απ’ αυτήν. Ένα λιγοστό φως υπάρχει για να φωτίζει. Κι αυτό το φως, το μόνο που προβάλλει είναι σκιές. Σκιές κάτι ασήμαντων πραγμάτων που κουβαλούν πέρα δώθε κάποιοι επιτήδειοι. Οι άνθρωποι αντικρίζουν μονάχα σκιές. Κι έχοντας περάσει όλη τη ζωή τους μέσα στη σπηλιά, νομίζουν πως αυτές οι σκιές, που αντικρίζουν σ’ όλη τους τη ζωή, αυτά τα είδωλα είναι τα μόνα που υπάρχουν. Γίνονται γι’ αυτούς ο κόσμος όλος. Ξυπνάνε με τις σκιές, κοιμούνται μ’ αυτές.

Μα, μια μέρα, ένας απ’ αυτούς τους δεσμώτες, με τη βοήθεια κάποιου,  καταφέρνει να ξεφύγει από τα δεσμά του. Αρχίζει να περπατά αργά μέσα στη σπηλιά. Από μακριά, σε μια ανηφόρα βλέπει ένα φως που δεν το έχει ξαναδεί. Το πλησιάζει και ξαφνικά βρίσκεται έξω από τη σπηλιά. Το φως του ήλιου, που δεν το είχε αντικρίσει ποτέ ως τότε στη ζωή του, τον τυφλώνει για λίγο. Η παρόρμησή του είναι να ξαναμπεί στη σπηλιά. Μα δεν τον αφήνει αυτός που τον λευτέρωσε. Τον κρατά έξω. Ο δεσμώτης κρύβει τα μάτια του, τι είναι το φως έντονο και τον πονά. Σιγά – σιγά, όμως συνηθίζει το φως. Ανοίγει τα βλέφαρά του και αντικρίζει όλη τη μαγεία του κόσμου. Τη φύση, τον ήλιο. Σα μικρό παιδί που ανακαλύπτει θαυμαστά πράγματα, τρέχει από δω κι από κει για να δει όσα περισσότερα μπορεί, να δουν τα μάτια του όλη την ομορφιά του κόσμου που δεν είχε αντικρίσει ως τώρα. Κι ύστερα, πέφτει το σκοτάδι. Ο δεσμώτης ενθουσιάζεται γι’ ακόμη μια φορά με τον έναστρο ουρανό. Με πόση χαρά πέφτει να κοιμηθεί, απαλλαγμένος πια από τις σκιές και τα είδωλα, από τον ψεύτικο κόσμο στον οποίο ζούσε, από τη χειραγώγηση, στην οποία κάποιοι επιτήδειοι τον υπέβαλαν σ’ όλη του τη ζωή.

Ως πότε θα ζούμε σ’ αυτή τη σπηλιά που λέγεται σύγχρονος τρόπος ζωής; Ως πότε θα λατρεύουμε σκιές; Ως πότε θα προσηλωνόμαστε, σα να μην έχουμε καμία άλλη επιλογή, σαν Πλατωνικοί δεσμώτες, στην τηλεόραση; Ως πότε η ψυχή μας θα χειραγωγείται, η διάνοιά μας θα παραμένει υπνωτισμένη, το σώμα μας θα φορά αλυσίδες;  Έχουμε μονάχα ένα θεό, την ύλη. Σ’ αυτήν έχουμε υποτάξει το πνεύμα. Σεβόμαστε μονάχα έναν τομέα του ανθρώπινου πολιτισμού, την οικονομία.  Σ’ αυτήν δίνουν λόγο σήμερα η ηθική, το δίκαιο, η πολιτική, η παιδεία. Αντί να νοιαζόμαστε τη φύση, τη μολύνουμε. Αντί να θαυμάζουμε τ’ αστέρια, σκεφτόμαστε πώς θα τα κατακτήσουμε. Από τον εαυτό μας κρυβόμαστε, από το συνάνθρωπό μας απομακρυνόμαστε. Η φιλία, η αγάπη, η συναδέλφωση σα να μην υπάρχουν πια στα λεξικά μας.

Φτιάξαμε μηχανές για να υπηρετούν τον άνθρωπο, αλλά εμείς υπηρετούμε τελικά τον τρόπο που αυτές λειτουργούν και στην πορεία χάσαμε την ανθρωπιά μας. Δημιουργήσαμε πλείστα μέσα καθημερινής επικοινωνίας, χαράξαμε δρόμους, τιθασεύσαμε τη θάλασσα, κυριαρχήσαμε στους ουρανούς για να έρθουμε πιο κοντά, κι όμως ελάχιστα πια ερχόμαστε σ’ επαφή με τους άλλους δίπλα μας. Αναπτύξαμε την επιστήμη για να ξεφύγουμε από το δογματισμό της άγνοιάς μας, μόνο και μόνο για να χτίσουμε τα θεμέλια ενός άλλου δόγματος που τυραννά πιότερο την ψυχή μας, διότι τούτο το δόγμα δεν προσφέρει λύτρωση, παρά μια αέναη τυραννία.  Βρήκαμε τρόπους να εξελίξουμε τη δημοκρατία, μόνο και μόνο για να αντιληφθούμε τελικά πως η «εξέλιξη» αυτή μας πισωγύρισε στην τυραννία. Εξυψώσαμε την ελευθερία, μόνο και μόνο για να ξαναγίνουμε με τη θέλησή μας δούλοι, επειδή κάποιοι μας υποσχέθηκαν προστασία και πλούτη. Αποθεώσαμε τη Λογική, μόνο και μόνο για να απαρνηθούμε την ομορφιά του συναισθήματος.

Χάσαμε τα οράματά μας, διότι κάποιοι μας αφαίρεσαν τη δυνατότητα να ονειρευόμαστε. Ξεπουλήσαμε τις αξίες μας, διότι κάποιοι μας έπεισαν πως αυτές πια δεν είναι σημαντικές. Σκύψαμε το κεφάλι, επειδή μας κάποιοι μας είπαν πως δεν είμαστε άξιοι για να κοιτάμε τ’ άστρα.

Δεν είμαστε πια πολίτες, διότι ξεπουλήσαμε την ιδιότητά μας αυτή, τη στιγμή που θεωρήσαμε τη συμμετοχή στα κοινά άχρηστη και αφεθήκαμε να εξαγοράσουν οι επιτήδειοι την ίδια μας την ψήφο. Δεν είμαστε πια άνθρωποι, διότι απαρνηθήκαμε το συνάνθρωπό μας, όταν τον αγοράζουμε και τον πουλάμε σαν να πρόκειται για προϊόν ή υπηρεσία. Δεν είμαστε πια πολιτισμένοι, διότι απ’ το σύγχρονο άνθρωπο λείπει η πνευματικότητα, οι ηθικές αξίες, η πίστη στον άνθρωπο.

Σήμερα, είμαστε όλοι μονάχα δεσμώτες...

Μπορούμε να ελευθερωθούμε. Αρκεί ν’ αναλογιστούμε τη δική μας θέση, το δικό μας ρόλο στην Ιστορία. Ο Ελληνικός λαός πάντα έπαιζε το ρόλο του πνευματικού δασκάλου. Εκείνος, κάποτε, έσπρωξε τους δεσμώτες λαούς στο φως και τους εξανάγκασε να δουν τον πραγματικό κόσμο. Εκείνος ήταν ο πρώτος δεσμώτης που αντίκρισε το φως και, αφού γνώρισε την αλήθεια, βάλθηκε να την κηρύξει στους υπόλοιπους. Η τραγική μοίρα του διαφωτιστή, όμως είναι ακριβώς αυτή: επιστρέφοντας στη σπηλιά, σ’ αυτή που λατρεύουν φαντάσματα και δε γνωρίζουν παρά μόνο το σκοτάδι, οι δεσμώτες όχι μόνο δεν τον πιστεύουν, όχι μόνο τον λοιδωρούν, αλλά στο τέλος τον σκοτώνουν κιόλας. Σκοτώνουν αυτόν που ήρθε να τους διδάξει το Φως.

Η ελευθερία δεν κατακτάται ποτέ χωρίς τίμημα. Αυτός μάλιστα που τη διδάσκει, κινδυνεύει πάντα να χάσει την ίδια του τη ζωή. Μα είναι αυτός ο κίνδυνος που καθιστά την πράξη αξεπέραστη κι αιώνια. Είναι αυτός ο δρόμος που οδηγεί την ανθρωπότητα στο Αύριο. Είναι αυτός ο άνθρωπος, είναι αυτός ο λαός, που, επιλέγοντας τούτον τον κίνδυνο με ελεύθερη βούληση,  κερδίζει την Αθανασία.

Πολιτικές που αναφέρονται μονάχα στην οικονομική ανάπτυξη ενός λαού αποτελούν σκιές και είδωλα. Όσοι προάγουν τέτοιες πολιτικές, επιθυμούν μονάχα να δημιουργούν δεσμώτες. Ως άνθρωπος, δεν μπορώ να δεχτώ δεσμά για μένα ή να επιβάλλω δεσμά για το συνάνθρωπό μου. Ως πολίτης, δε δέχομαι να μου πουλάνε σκιές . Ως επιστήμονας, δε δέχομαι να ζω στο σκοτάδι. Ως εκπαιδευτικός, έχω χρέος να κηρύττω το ΦΩΣ. ΩΣ ΕΛΛΗΝΑΣ, ΔΕΝ ΑΠΟΔΕΧΟΜΑΙ ΝΑ ΕΙΜΑΙ ΣΚΛΑΒΟΣ, ΟΠΟΙΑ ΚΙ ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΔΕΣΜΑ ΤΗΣ ΣΚΛΑΒΙΑΣ ΜΟΥ!

Δευτέρα 16 Απριλίου 2012

Έχω ένα όνειρο (Εμπνευσμένο από τον περίφημο λόγο του Μ. Λ. Κινγκ)


Οι εποχές που ζούμε είναι πράγματι συνταρακτικές. Τα γεγονότα και οι καταστάσεις, τις οποίες βιώνουμε, είναι σίγουρο ότι θα μείνουν στην Ιστορία. Κι αυτό όχι μόνο επειδή αντιμετωπίζουμε μια καταβαράθρωση της οικονομικής μας διαβίωσης, αλλά διότι διαφαίνεται πως πίσω απ’ όλη αυτή την κατάσταση στέκεται, κρυμμένη στο σκοτάδι, μια εθνική κατάπτωση, μια πολιτική παρακμή, μια πολιτισμική παγκόσμια οπισθοδρόμηση. Δε θα μπορούσε να γίνει αλλιώς. Το Ελληνικό κράτος δημιουργήθηκε πριν από σχεδόν 200 χρόνια, ο Ελληνικός πολιτισμός όμως ανέτειλε πριν χιλιάδες χρόνια και επηρέασε τον ανθρώπινο πολιτισμό όσο ίσως κανένας άλλος.

Η δημιουργία του Ελληνικού κράτους σήμαινε τη δικαίωση των θυσιών ενός ολόκληρου λαού. Σηματοδότησε ένα νέο ξεκίνημα για το σκλαβωμένο λαό μας, έδωσε ελπίδες για μια νέα αυγή της ελληνικής πνευματικής κληρονομιάς. Όσα έθνη μας βοήθησαν τότε να απελευθερωθούμε, το έκαναν διακηρύσσοντας το σεβασμό στην ιστορία μας, στην κληρονομιά που κουβαλούσαν και τα ίδια, όντας πνευματικά τέκνα της ελληνικής διανόησης. Έπειτα, όμως από διακόσια περίπου χρόνια, πρέπει να αντιμετωπίσουμε και πάλι μια καινούργια μορφή σκλαβιάς. Διακόσια χρόνια μετά, η ψυχή του Έλληνα είναι και πάλι  συντριμμένη, η περηφάνεια του καταρρακωμένη, η καρδιά του προδομένη κι ερειπωμένη. Διακόσια χρόνια μετά, ο Έλληνας ζει σ’ ένα απομονωμένο νησί ανέχειας, καταμεσής ενός απέραντου ωκεανού υλικής ευημερίας που τον περιβάλλει. Διακόσια χρόνια μετά, ο Έλληνας ακόμα μαραζώνει στο περιθώριο της παγκόσμιας κοινότητας και οικονομίας και βρίσκει τον εαυτό του εξόριστο στην ίδια του τη χώρα. Οφείλουμε, λοιπόν σήμερα, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, να αναδείξουμε μια τραγική κατάσταση.

Κατά μια έννοια, τα Ευρωπαϊκά έθνη μας χρωστούν μια επιταγή που ακόμη δεν έχουμε εισπράξει. Όταν οι Αρχιτέκτονες της «Ευρώπης των λαών» συνέταξαν τα κείμενα της ΕυρωπαΪκής Ένωσης, ουσιαστικά υπέγραψαν ένα γραμμάτιο, το οποίο θα έπρεπε να αποτελεί κληρονομιά για κάθε Ευρωπαίο. Αυτό το γραμμάτιο ήταν μια υπόσχεση, ότι όλοι οι ευρωπαίοι θα απολάμβαναν, εκτός από τα όποια υλικά αγαθά θα μπορούσε να διακινήσει κάθε λαός, και την κοινωνική προστασία, αυτή που καθιστούσε την Ευρώπη το αντίπαλον δέος στην απανθρωπιά της κυριαρχίας της αγοράς και την υποκρισία της, που πρέσβευαν οι ΗΠΑ.

Είναι ολοφάνερο σήμερα ότι η Ευρώπη έχει αθετήσει αυτή τη δέσμευση, όσον αφορά στα αδύναμα οικονομικά κράτη, όπως η Ελλάδα. Αντί να τιμά αυτή την ιερή υποχρέωση της προστασίας όλων των πολιτών της ανεξαιρέτως, η Ευρώπη, συμπεριφερόμενη ως απρόσωπος και απάνθρωπος οικονομικός κολοσσός, ως μια απλή Τράπεζα, έχει δώσει στους οικονομικά ασθενέστερους πολίτες της δάνεια, στην πραγματικότητα ψεύτικα γραμμάτια, που υποθηκεύουν το μέλλον τους, που διαιωνίζουν μια κατάσταση οικονομικής εκμετάλλευσης και αδικίας. Όμως αρνούμαστε να πιστέψουμε ότι η τράπεζα της δικαιοσύνης έχει χρεοκοπήσει. Αρνούμαστε να πιστέψουμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση συστάθηκε μόνο και μόνο για να αντιμετωπίζει τα αδύναμα κράτη ως φτωχούς συγγενείς. Αρνούμαστε να πιστέψουμε ότι δεν υπάρχει ακόμη στοιχειώδης ανθρωπιά στο τεράστιο θησαυροφυλάκιο των ανθρωπιστικών αξιών και ιδανικών της Ευρωπαϊκής Ιδέας. Γι’ αυτό φωνάζουμε μ’ όλη τη δύναμη των πνευμόνων μας, κραυγάζουμε και διαμαρτυρόμαστε, για να εξαργυρώσουμε και να απαιτήσουμε αυτό το γραμμάτιο, το οποίο θα μας δώσει το θησαυρό της ελευθερίας και την ασφάλεια της Δικαιοσύνης.

Είναι ανάγκη να υπενθυμίσουμε στην Ευρώπη την ανάγκη του «Τώρα». Αυτή δεν είναι στιγμή για επαναύπαση και καθυστερήσεις. Τώρα είναι η στιγμή για να μεταβούμε από τη σκοτεινή και έρημη κοιλάδα της απομόνωσης, στο ηλιόλουστο μονομάτι της Κοινωνικής Δικαιοσύνης. Τώρα είναι η στιγμή να κάνουμε τη δικαιοσύνη πραγματικότητα για όλα τα τέκνα της ανθρωπότητας. Τώρα είναι η στιγμή να ανυψώσουμε την Ευρώπη από την κινούμενη άμμο της κοινωνικής αδικίας προς το βράχο της ανθρωπιάς και της αδελφοσύνης.

Θα ήταν μοιραίο για τα Ευρωπαϊκά Έθνη να παραβλέψουν την επιτακτική ανάγκη της στιγμής και να υποτιμήσουν την αποφασιστικότητα του κάθε ευρωπαίου που βρίσκεται σε ανέχεια, το δυναμισμό του κάθε Έλληνα που καταπιέζεται . Το φλεγόμενο καλοκαίρι της δικαιολογημένης αγανάκτησης των Ελλήνων και των υπολοίπων λαών που μας στήριξαν, δεν έχει τελειώσει, ούτε πρόκειται να τελειώσει, μέχρι να φανεί το αναζωογονητικό φθινόπωρο της ελευθερίας και της ισότητας. Όσα συνέβησαν τη χρονιά που πέρασε δεν είναι το τέλος, αλλά η αρχή. Κι όσοι ήλπιζαν πως ο Έλληνας χρειαζόταν απλά μια εκτόνωση και πως τώρα είναι ικανοποιημένος,  θα ξυπνήσουν βίαια, αν οι πολιτικοί και οικονομικοί ταγοί του έθνους μας και της Ευρώπης συνεχίσουν να παραβλέπουν το πρόβλημα. Και δεν θα υπάρξει άλλη ανάπαυση ούτε γαλήνη στην Ελλάδα ή στην Ευρώπη, μέχρι οι Έλληνες κι όσοι αισθάνονται Έλληνες, μέχρι οι οικονομικά καταπιεσμένοι όλης της Ευρώπης, ολόκληρου του κόσμου, να κατοχυρώσουν την πραγματική ελευθερία και ανεξαρτησία τους από την άσπλαχνη κι απάνθρωπη οικονομική διαχείριση της τύχης τους. Η καταιγίδα της εξέγερσης θα συνεχίσει να ταρακουνά τα θεμέλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της ίδιας της ιδέας της Παγκοσμιοποίησης, μέχρι να ξημερώσει η λαμπερή μέρα της δικαιοσύνης.

Όμως υπάρχει κάτι που πρέπει να πω στο λαό μου, ο οποίος στέκεται στο κατώφλι που οδηγεί στο ανάκτορο της δικαιοσύνης. Στον αγώνα για την αναγέννησή μας, δεν πρέπει να πέσουμε σε παράνομες και λανθασμένες πράξεις βίας. Δεν πρέπει να ικανοποιήσουμε τη δίψα μας για ελευθερία, πίνοντας από το ποτήρι της πικρίας και του μίσους.

Πρέπει να διεξάγουμε τον αγώνα μας στο υψηλό επίπεδο της αξιοπρέπειας και της πειθαρχίας. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε η δημιουργική διαμαρτυρία μας να ολισθήσει στη σωματική βία. Συνεχώς θα πρέπει να ανυψωνόμαστε στα μεγαλόπρεπα ύψη, όπου θα αντιτάσσουμε τη δύναμη της ψυχής στη σωματική βία. Η εξαιρετική μαχητικότητα, που διακατέχει την ψυχή του Έλληνα, δεν πρέπει να μας οδηγήσει σε βίαιες ενέργεις κατά των συμπολιτών μας. Δεν πρέπει να μας οδηγήσει σε δυσπιστία απέναντι σε όλους τους υπόλοιπους λαούς, διότι πολλοί απ’ αυτούς, όπως το έχουν αποδείξει πολλάκις ως σήμερα, έχουν συνειδητοποιήσει ότι η ελευθερία τους είναι αλληλένδετη με τη δική μας. Δεν μπορούμε να προχωρήσουμε μόνοι.

Καθώς προχωρούμε πρέπει να δεσμευτούμε ότι θα πορευόμαστε πάντα μπροστά. Δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω. Υπάρχουν κάποιοι που μας ρωτούν: «Πότε θα είστε ικανοποιημένοι;» Δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι όσο η ζωή μας θα υπολογίζεται με βάση κάποιο στυγνό οικονομικό μέγεθος. Δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι, όσο αγοράζουν και πουλάνε την ίδια μας την αξιοπρέπεια, σα να είμαστε σκλάβοι. Δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι, όσο κυριαρχεί η λογική της εξαγοράς της δικαιοσύνης, της πολιτικής και κοινωνικής αναξιοκρατίας, της καταπάτησης των ηθικών αρχών και των ανθρωπιστικών αξιών για χάρη μιας ψευδούς, πλαστής κι ανυπόστατης οικονομικής ευμάρειας. Όχι, δεν είμαστε ικανοποιημένοι και δε θα ικανοποιηθούμε μέχρι «η Δικαιοσύνη να τρέχει σαν νερό και η Ηθική σαν χείμαρρος».

Δεν ξεχνώ ότι κάποιοι από σας έχετε υποστεί βάσανα, ταλαιπωρίες και τρικυμίες. Είδατε τις δουλειές σας να χάνονται, τα σπίτια σας να κατάσχονται, τη ζωή σας να βαλτώνει, την αξιοπρέπειά σας να πληγώνεται θανάσιμα. Κάποιοι από σας είδατε τις σπουδές σας να απαξιώνονται, τις δεξιότητές σας να εξαγοράζονται για ένα κομμάτι ψωμί. Κάποιοι από σας είδατε τις απόψεις σας να λοιδωρούνται. Είστε βετεράνοι στον πόνο, στη δυστυχία και στην αδικία. Συνεχίστε όμως να μάχεστε με την πίστη ότι η αδικία και ο πόνος σας λυτρώνουν. Σταθείτε όρθιοι, σε κάθε νομό, σε κάθε δήμο, σε κάθε γειτονιά. Κρατήστε στην καρδιά σας την ελπίδα ότι αυτή η κατάσταση με κάποιο τρόπο μπορεί και θα αλλάξει. Ας μη κυλιόμαστε στο βούρκο της απελπισίας.

Λέω σε εσάς σήμερα, φίλοι μου ότι, παρά τις δυσκολίες και τις απογοητεύσεις της στιγμής, ακόμη έχω ένα Όνειρο. Έχω ένα όνειρο βαθιά ριζωμένο στην Ελληνική μου ψυχή.

Έχω ένα όνειρο, ότι μια μέρα αυτό το έθνος θα εγερθεί και θα υπηρετήσει το αληθινό νόημα της φράσης: «Ο πλούτος κατέστησε τον άνθρωπο εχθρό της φύσης και του εαυτού του».

Έχω ένα όνειρο, πως κάποια ημέρα τα παιδιά της γης δε θα γνωρίζουν τι θα πει οικονομική εκμετάλλευση


Έχω ένα όνειρο, πως κάποια ημέρα η χώρα μου, που τώρα καίγεται από τη φωτιά της αδικίας και την οικονομική καταπίεση, θα μετατραπεί σε μια όαση ελευθερίας και δικαιοσύνης.

Έχω ένα όνειρο, ότι το παιδί μου θα ζήσει σε μια χώρα, σε μια Ευρώπη, στον κόσμο ολόκληρο, όπου δε θα κρίνονται από το πάχος των πορτοφολιών τους, αλλά από το περιεχόμενο του χαρακτήρα τους.

Έχω ένα όνειρο σήμερα.

Έχω ένα όνειρο, πως κάποια ημέρα η χώρα μου, η οποία διαθέτει πολιτικούς που πιστεύουν στην ιδέα της εξαθλίωσης των παιδιών μας για χάρη της ευημερίας κάποιων τραπεζών, θα γνωρίσει κυβερνήτες που θα θεωρούν τον άνθρωπο σημαντικότερο από το χρήμα.

Έχω ένα όνειρο, πως κάποια μέρα στη χώρα μου δε θα ακούγονται εκβιαστικά λόγια και απειλές για την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρώπη, αφού η Ελλάδα ΕΙΝΑΙ η Ευρώπη όχι του σήμερα, αλλά του ΠΑΝΤΑ, η Ευρώπη που εκφράζει την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο.

Έχω ένα όνειρο πως η Ελλάδα θα είναι η χώρα που θα αναβαπτίσει την Ευρώπη, που θα την οδηγήσει και πάλι στα μονοπάτια της ανθρώπινης ευημερίας, της ηθικής ανάπτυξης, της πνευματικής καλλιέργειας.

Έχω ένα όνειρο πως η Ελλάδα θα ξαναλάμψει και πάλι, θα ξαναγίνει αυτό που ήταν πάντοτε στους αιώνες: η χώρα του Φωτός.

Αυτή είναι η ελπίδα μου και με αυτή θα πορεύομαι από δω και πέρα. Με αυτή την πίστη θα καταφέρουμε να λαξεύσουμε από το βουνό της απελπισίας ένα βράχο ελπίδας. Με αυτή την πίστη θα καταφέρουμε να μετατρέψουμε τις άσκοπες έριδες της Ενωμένης Ευρώπης σε μια μελωδική αρμονία αδελφοσύνης. Με αυτή την πίστη θα μπορούμε να δουλεύουμε μαζί, να προσευχόμαστε μαζί, να αγωνιζόμαστε μαζί, να υποφέρουμε και να ορθώνουμε το ανάστημά μας για την ελευθερία, όλοι μαζί οι Ευρωπαίοι λαοί, γνωρίζοντας πως κάποια μέρα θα είμαστε ελεύθεροι.

Και αν η Ελλάδα όντως είναι η κοιτίδα του πολιτισμού και η Ευρώπη όντως είναι ένας θαυμαστός κόσμος, αυτά τα λόγια πρέπει να γίνουν πράξη. Ας ηχήσει λοιπόν η ελευθερία από το Μπιγκ Μπεν, ως τον πύργο του Άιφελ. Ας ηχήσει η ελευθερία από τις αρχαίες Ρωμαϊκές αψίδες ως τα σύγχρονα αθλητικά κέντρα της Ισπανίας. Ας ηχήσει η ελευθερία από τον Δούναβη ως το τελευταίο ποτάμι του Άμστερνταμ. Ας ηχήσει η ελευθερία από τα υπέροχα βουνά της Αυστρίας, ως τους ατέλειωτους δρόμους της Γερμανίας.

Όταν επιτρέψουμε στην Ελευθερία να ηχήσει, όταν ηχήσει από κάθε χωριό, από κάθε πολιτεία και από κάθε πόλη, θα μπορέσουμε να βαδίσουμε γοργά προς εκείνη τη μέρα, κατά την οποία όλοι οι άνθρωποι, από κάθε γωνιά τούτης δω της γης, θα ενώσουν τα χέρια και θα τραγουδήσουν μαζί τον εθνικό μας ύμνο προς την Ελευθερία. Διότι τότε θα κατανοήσουν το τι σημαίνει στ’ αλήθεια να φωνάζεις, μ’ όση δύναμη διαθέτουν τα πνευμόνια σου «Χαίρε, ω, χαίρε, λευτεριά»!

«Η Ελευθερία δεν δίνεται ποτέ εθελοντικά από τον καταπιεστή. Πρέπει να κατακτηθεί από τον καταπιεζόμενο».