Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2011

Ανοιχτή επιστολή προς τους Ευρωπαίους Εταίρους

Ανοιχτή Επιστολή προς τους Ευρωπαίους Εταίρους
Κύριοι,
Με ειλικρινή αγωνία, αυτήν που κάθε Έλληνας, αλλά και κάθε άλλος που νιώθει Έλληνας, αισθάνεται, πληροφορήθηκα την αξίωσή σας να συνυπογράψει εν είδει εγγυήσεως τα παρ’ υμών επιβληθέντα μέτρα και ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως κ. Α. Σαμαράς. Η απαίτησή σας αυτή θεωρείται μάλιστα προαπαιτούμενη ενέργεια, προκειμένου να εκταμιευθεί η έκτη δόση του δανείου προς τη χώρα μας.
Η Ελλάς, κύριοι, όπως και υμείς έχετε παραδεχτεί κατά καιρούς, κατέβαλλε και καταβάλλει θυσίες τεράστιες που καταβυθίζουν το βιοτικό επίπεδο των πολιτών της, ώστε να μπορέσει να υιοθετήσει μέτρα μάλλον επαχθή, μόνο και μόνο επειδή υποστηρίξατε ότι αποτελούν τα μόνα που θα ορθοποδήσουν οικονομικά τη χώρα και θα την οδηγήσουν σε τροχιά ανάπτυξης. Κατά καιρούς, μάλιστα επιδείξατε ιδιαίτερη πυγμή στο να υιοθετηθούν τα μέτρα αυτά από την Ελληνική κυβέρνηση, ενώ δε διστάσατε να παρέμβετε και πολιτικά, ζητώντας, κατ’ άλλους επιβάλλοντας, αλλαγή κυβέρνησης και πρωθυπουργού, οδηγώντας τη χώρα σε τροχιά διάλυσης και σύροντάς την ακόμη και σε, μερική έστω, κατάλυση του Συντάγματος. Παρά ταύτα, οι υγιείς πολιτικές και παραγωγικές δυνάμεις αυτού του τόπου όχι μονάχα παραδέχτηκαν τη χρησιμότητα δραστικών αλλαγών και μεταρρυθμιστικών προσπαθειών, αλλά την υποστήριξαν, έστω κι αν δεν συμφωνούσαν στα μέτρα καθαυτά. Ακολούθησαν, λοιπόν την πολιτική σας, την ασπάστηκαν στο μεγαλύτερο κομμάτι της και, παρά το γεγονός ότι διαφωνούσαν στα σημεία, έπραξαν το καθήκον τους απέναντι στη χώρα και υποχώρησαν στις επιταγές σας. Ο κ. Σαμαράς ανήκει σ’ αυτές τις δυνάμεις του τόπου και, μολονότι πολέμησε με σθένος τα «πακέτα μέτρων» που επιβάλατε, δια της προηγούμενης κυβερνήσεως, όταν οι περιστάσεις τον υποχρέωσαν, αναδιπλώθηκε της αρχικής του θέσης και συναίνεσε στη δημιουργία κυβερνήσεως που θα τύγχανε της απολύτου ευαρεσκείας σας, θεωρώντας ότι το διακύβευμα, δηλαδή η απώλεια της οικονομικής υποστήριξης και η έξοδος από το Ευρώ, υπήρξε πολύ μεγάλο , για να γίνει αντικείμενο πολιτικών παιχνιδιών.
Η παραπάνω στάση του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης λειτούργησε ως καταλύτης στις πολιτικές εξελίξεις. Η μετάβαση σε κυβέρνηση Παπαδήμου υπήρξε ομαλότατη και, παρά τις παλινωδίες του απελθόντος πρωθυπουργού, ξεκαθάρισε το πολιτικό τοπίο στην Ελλάδα. Κι όμως, ενώ όλοι ανέμεναν την απόλυτη ικανοποίηση εκ μέρους σας για τις κινήσεις αυτές, δρομολογήσατε συνθήκες χάους, αρνούμενοι να χορηγήσετε την έκτη δόση, θέτοντας μάλιστα τον αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως ενώπιον εκβιαστικού διλήμματος: ή υπογράφετε ή δεν παίρνετε τη δόση. Κάποιος κακεντρεχής θα έλεγε ότι συμπεριφέρεστε σαν τράπεζα που κοιτά να «δέσει» όσους εγγυητές μπορεί για να εξασφαλίσει το δάνειο, παρά σαν διακρατικός οργανισμός που δημιουργήθηκε επί τη βάσει αμοιβαίας φιλίας και συνεργασίας.
Θέτοντας ένα τέτοιο εκβιαστικό δίλημμα, έχω τη βαθιά πεποίθηση πως όποια καλή τη πίστει συμφωνία μπορούσε να επιτευχθεί μεταξύ υμών και του κ. Σαμαρά, έχει τιναχτεί στον αέρα. Μολαταύτα, θα ήθελα, ως απλός πολίτης, να θέσω ενώπιόν σας τα κάτωθι ερωτήματα, ευελπιστώντας ότι απευθύνονται σε ευήκοα ώτα και σε ανθρώπους με καλές προθέσεις απέναντι στη χώρα μας:
Αν ο κ. Σαμαράς δεχόταν τελικά να υπογράψει τα συμφωνηθέντα, θα ήσαστε πρόθυμοι να εγγυηθείτε από τη μεριά σας, ότι θα βοηθήσετε την Ελληνική κυβέρνηση – όποια κι αν προκύψει από τις προσεχείς εκλογές – όχι με αερόλογες υποσχέσεις ανάπτυξης, αλλά με πραγματικά δεδομένα να αναπτύξει την οικονομία της; Θα μπορούσατε, επί παραδείγματι, να εγγυηθείτε στην Ελληνική κυβέρνηση κάθε είδους υποστήριξη (αμυντική, διπλωματική κ.ο.κ που προβλέπονται εξάλλου από το καταστατικό της Ε.Ε.) στην ανακήρυξη της ΑΟΖ στο χώρο του Αιγαίου; Θα παρείχατε εγγυήσεις για τον συμψηφισμό των δανείων που έχουμε λάβει με τις πολεμικές αποζημιώσεις που δεν έχουμε λάβει; Θα αναλαμβάνατε, ως Ε.Ε., την παροχή διπλωματικής βοήθειας ώστε η γειτονική χώρα της FYROM να μην ενταχθεί ποτέ στην Ε.Ε. με το όνομα Μακεδονία; Θα ήσαστε πρόθυμοι να θέσετε βέτο στην ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε., εφόσον η τελευταία, όχι απλώς δεν υιοθετήσει τις αρχές της, αλλά δεν άρει το καθεστώς casus belli για την επέκταση των χωρικών μας υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια; Εν τέλει, θα φροντίζατε – εγγράφως και δεσμευτικά – για την αποκατάσταση του ονόματος της χώρας μας στο εξωτερικό, προχωρώντας – για να αναφέρω ένα και μόνο παράδειγμα – στην ποινική δίωξη χωρών που κατέχουν παρανόμως ελληνικές αρχαιότητες; Αν συμφωνήσετε με τα παραπάνω, τότε βεβαίως ούτε κι ο κ. Σαμαράς θα ήταν δυνατό να αρνείται να παράσχει τις απαραίτητες εκείνες εγγυήσεις που χρειάζεστε και που, με τέτοιο εκβιαστικό και ανέντιμο τρόπο αυτή τη στιγμή αξιώνετε από μέρους του,  έναν τρόπο που καθόλου δεν συνάδει με το όραμα της Ενωμένης Ευρώπης, το οποίο υποτίθεται ότι εκπροσωπείτε,
Κύριοι,
Η αγωνία που διακατέχει εμένα, ως απλός πολίτης, το ανέφερα ήδη, διακατέχει κι όλους εκείνους που αισθάνονται Έλληνες. Ωφείλετε κι εσείς να αισθάνεσθε έτσι, καθόσον αποτελείτε τέκνα του Δυτικού Πολιτισμού, ενός πολιτισμού που, με όλα τα άλλα, αντιλαμβανόμενος την αξία της «ετικέτας» (“brand name”, για να το πω στη γλώσσα που καταλαβαίνετε καλύτερα) «Έλληνας», δεν δίστασε να ανακηρύξει με την ένδοξη αυτή ονομασία κάθε άνθρωπο που λαμβάνει την ίδια παιδεία με την ελληνική (και μάλλον Έλληνας καλείσθαι τους της παιδείας της ημετέρας ή τους της κοινής φύσεως μετέχοντας). Είναι, λοιπόν ευκαιρία για σας, να αποδείξετε ότι γνωρίζετε και τιμάτε τους απογόνους του πολιτισμού εκείνου που σας έδωσε τα φώτα για να φτάσετε στο καλύτερο σημείο της ανθρώπινης πορείας προς την εξέλιξη, την πρόοδο, την ανάπτυξη. Όχι ευεργετώντας απλώς (οι Έλληνες δεν έχουμε ανάγκη ευεργεσίας και σίγουρα όχι του είδους που παρέχετε εσείς μέχρι σήμερα), αλλά συμπαραστεκόμενοι εμπράκτως στο λαό που πολλά προσέφερε στην Ευρώπη και στο όραμα της Ενοποίησής της.
Μετά τιμής,
Δ. Γκίκας
Εκπαιδευτικός

Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2011

Το μέλλον άδηλο...

Τώρα που η κρίση – κάπως – καταλάγιασε στην Ελληνική χερσόνησο, άρχισαν τα όργανα για τις υπόλοιπες οικονομίες της Ευρώπης. Η Ισπανία και η Πορτογαλία, η Ιταλία και στο βάθος η Γαλλία αντιμετωπίζουν ή θα αντιμετωπίσουν πρόβλημα στο άμεσο μέλλον.
Βασική μου θέση υπήρξε πάντα η άρνηση της απομόνωσης της κρίσης ως ελληνικής και ως οικονομικής. Τα γεγονότα δείχνουν ότι για το πρώτο σκέλος κανείς πια δεν αρνείται την αλήθεια (μοναδική ίσως εξαίρεση, κάποια παπαγαλάκια «έγκριτων» εφημερίδων). Η Ελληνική Οικονομική κρίση απλώς ήταν ο πρώτος κρίκος μιας τεράστιας αλυσίδας. Η Ελλάδα, πάντοτε επιπόλαιη στις οικονομικές της διαχειρίσεις, αλλά και πάντοτε κύπτουσα την κεφαλή στις απαιτήσεις των δήθεν Μεγάλων, ήταν η πρώτη που μπήκε σ’ ένα τούνελ, από το οποίο, Κύριος οίδε, πότε θα ξεμπλέξει.
Για το δεύτερο σκέλος, ότι δηλαδή η κρίση δεν είναι μονάχα οικονομική, αλλά και ευρύτερα πολιτιστική και αφορά, βεβαίως ολόκληρη την Ε.Ε., αρκεί μια προσεχτική παρατήρηση των όσων συμβαίνουν στη σύγχρονη «Ιερά Συμμαχία». Εξεγέρσεις στο Λονδίνο, φοιτητές που αντιδρούν στην απαξίωση – μέσω της αύξησης των διδάκτρων – της διάδοσης γνώσης ως ανθρωπιστικό εργαλείο ανάπτυξης, πολιτικές διαφωνίες και «κόντρες», δείχνουν ότι τα πράγματα βαίνουν άσχημα για το Ευρωπαϊκό Όραμα του Κολ και του Καραμανλή.
Η Γερμανική κυβέρνηση, ολισθαίνοντας ξανά στο δρόμο της ηγεμονικής συμπεριφοράς, επιδιώκει μια πιο «σφιχτή» Ευρωπαϊκή Ένωση. Από πρώτης όψεως, φαίνεται καλό. Αν εξετάσει, όμως κανείς τους τρόπους που μεταχειρίζεται για να το πετύχει, θα καταλάβει πως όταν οι Γερμανοί αναφέρονται σε πολιτική ενοποίηση, εννοούν μια Γερμανοκρατούμενη Ευρώπη με κράτη δορυφόρους, υποτελείς στο... Σουλτανάτο της Γερμανικής Αγοράς.
Η Αγγλική κυβέρνηση, από την άλλη, δεν επιθυμεί μια πολιτική ενοποίηση. Βασικός της στόχος η εξασφάλιση προνομίων για τη χώρα τους, κυρίως εμπορικών και οικονομικών, μέσα από μια χαλαρή Ένωση. Κι αυτό, από μία πλευρά, καλό ακούγεται. Η απόλυτη εξομοίωση σημαίνει συνήθως και απόλυτη υποταγή. Από την άλλη, όμως μιλάμε για μια εντελώς ξένη Ευρωπαϊκή Ένωση, ξένη τουλάχιστον προς το όραμα της δημιουργίας της Ένωσης αυτής ως πολιτικό, οικονομικό και πολιτιστικό αντίβαρο στην ηγεμονική συμπεριφορά των ΗΠΑ. Τα «σκυλάκια» των Αμερικανών δεν επιθυμούν να χάσει το... μονάκριβο αφεντικό τους την πρωτοκαθεδρία.
Μέσα σ’ όλα αυτά, η Γαλλία μοιάζει πλέον ανήμπορη να αρθρώσει λόγο. Η χώρα που δήθεν «επανεφηύρε» τον πολιτισμό, συμπεριφέρεται λιγάκι σα βάρβαρος που, λόγω πνευματικής ανημποριάς, κοιτά πότε προς τη μια μεριά και πότε προς την άλλη, τους Σπουδαίους που τσακώνονται και ελπίζει σε κανένα αποφάι που θα προκύψει από το σπάσιμο των... πιάτων.
Η Ιταλία «ευτύχησε» για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα να έχει τον Καβαλιέρε στο τιμόνι. Ο άνθρωπος – φιέστα, ο πολιτικός της σιέστα και του απόλυτου θράσους, μετέβαλλε τη χώρα του σε ζητιανάκι της Ε.Ε. Όχι μόνο πλέον δεν καθορίζει τις εξελίξεις, αλλά άγεται πια και φέρεται από τους Μεγάλους παίκτες, συμπεριφέρεται δε σαν αναπληρωματικός παίχτης που δεν πολυγουστάρει να παίξει μπάλα.
Πού στέκεται η Ελλάδα μέσα σ’ όλα αυτά; Σε μια κατάσταση απόλυτης αδυναμίας. Δεν είναι καν ο παίχτης, το πιόνι. Είναι η μπάλα που κλωτσάνε όλοι οι λοιποί. Χρήσιμη για να παίζουν μαζί της οι σπουδαίοι γκολτζήδες, δε συμμετέχει όμως στα πανηγύρια των κερδισμένων, δεν συστρατεύεται καν με την ελπίδα των χαμένων πως την επόμενη φορά θα τα πάνε καλύτερα. Κι ας μην το παραδεχόμαστε, για λόγους εντελώς άσχετους με την ανικανότητα των πολιτικών που κυβερνούν τη χώρα μας τα τελευταία δέκα με δεκαπέντε χρόνια, η Ελλάδα πια δεν ανήκει στην Ευρώπη και η Ευρώπη δεν είναι πια εκείνο το κλαμπ που πιστεύει σε πολιτισμικά οράματα. Αντίθετα με ό, τι έλεγε ο Κ. Καραμανλής στο Ζάππειο το ’79, η Ευρώπη έχει καταντήσει κλαμπ πλουσίων που δίνουν μια δεκάρα στους ζητιάνους που έχουν κατασκηνώσει έξω από το κλαμπ, νομίζοντας – οι αφελείς – ότι βρίσκονται σχεδόν μέσα...
Η Ελλάδα, σε μια τέτοια Ευρώπη δεν έχει θέση. Πρώτον, διότι ποτέ δεν θα μπορέσει να συμμετάσχει στις πολιτικές διαδικασίες και ζυμώσεις της. Δεύτερον, διότι η Ελλάδα μπορεί να επιδείξει άλλα στοιχεία, για τα οποία όμως η σημερινή Ευρώπη δεν δίνει δεκάρα. Η Ελλάδα είναι η γεννήτορας του Δυτικού Πολιτισμού, όμως ο τελευταίος έχει πια γεράσει κι είναι έτοιμος να πεθάνει στο νεκροκρέβατο. Είναι μάλλον απίθανο, αλλά αυτό που χρειαζόμαστε πραγματικά είναι ένας ηγέτης που θα θέσει την Ελλάδα σε τροχιά ανάπτυξης, βασισμένη όμως μονάχα στις δικές της δυνάμεις. Αλλιώς, στην πτώση της Ευρωπαϊκής ζώνης, που θα συντελεστεί στα επόμενα 10 με 15 χρόνια, η Ελλάδα θα καταπλακωθεί τόσο πολύ, που – φοβάμαι – μόνο ερείπια θα βλέπουμε γύρω μας...
Κι ένα τελευταίο: Παρά το ότι απεύχομαι να φύγει η Ελλάδα από το Ευρώ, διότι τούτη τη στιγμή αυτό θα ήταν καταστροφικό, θεωρώ όμως ότι το Ευρώ δεν είναι μονόδρομος. Απλώς, θα έπρεπε κάποια στιγμή όλες οι πολιτικές δυνάμεις αυτού του τόπου να προετοιμάζονται για μια εθελούσια έξοδο από αυτό, ώστε να συμβεί με τις μικρότερες δυνατές απώλειες. Διότι ως άνθρωπος που μελετά την Ιστορία, θυμάμαι όταν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο πολλοί «φωτισμένοι» πολιτικοί και διπλωμάτες θεωρούσαν «μονόδρομο» την... υποταγή στο ΓερμανοΙταλικό Άξονα, θεωρώντας ότι μια σύγκρουση μαζί τους θα ήταν καταστροφική. Η Ελλάδα αντιστάθηκε και, μαζί της, αντιστάθηκαν όλες εκείνες οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις που αποστρέφονταν τη Φασιστική Ιταλική λαίλαπα και τη Ναζιστική Μπότα. Και, τελικώς, κέρδισε η Ευρώπη... Ας το θυμόμαστε αυτό, όταν προσπαθούν όλοι να μας πείσουν για το... μονόδρομο. Διότι στην πολιτική, μονόδρομοι δεν υπάρχουν. Υπάρχουν απλώς μονόχνωτοι και μονοεπίπεδοι άνθρωποι, με αντίστοιχες πολιτικές...

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011

Η πολιτική στάση ενός ηγέτη

Αφού καταλάγιασε ο «κουρνιαχτός» των ημερών και βλέποντας τα πράγματα πιο ρεαλιστικά, αποφεύγοντας τις εν θερμώ θεωρήσεις, υπάρχουν ορισμένα πράγματα που όλοι οι πολίτες καλούμαστε να κρίνουμε. Ένα από τα βασικότερα είναι η πολιτική στάση του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως, κ. Αντώνη Σαμαρά.
Ασπάζομαι απόλυτα τη φράση που λέει ότι όποιος πολιτικός δε γνωρίζει ιστορία, είναι καταδικασμένος να αποτύχει. Ιστορικά, λοιπόν έχει αποδειχθεί ότι καμία πολιτική θέση δεν είναι δυνατόν να παραμένει αλύγιστη. Οι ταχύτατες αλλαγές στις πολιτικές καταστάσεις, οι ίδιες οι πολιτικές συγκυρίες και τα προβλήματα που ανακύπτουν, υποχρεώνουν εκ των πραγμάτων κάθε πολιτικό άνδρα να συμπεριφέρεται με τρόπο αντάξιο ενός τιμονιέρη καραβιού – κατά μια προσφιλή παρομοίωση του Αριστοτέλη: να κοιτά το πέλαγος και, ανάλογα, να στρίβει το τιμόνι όπου και όποτε χρειάζεται. Η άκαμπτη πολιτική θέση, όπως αυτή της Αριστεράς, για να χρησιμοποιήσουμε ένα παράδειγμα, οδηγεί σε «προσκρούσεις πάνω σε υφάλους» και, κατά συνέπεια, σε αποτυχία και πολιτικά και εθνικά ναυάγια. Ήδη στη γνωστή τραγωδία του Σοφοκλή, την «Αντιγόνη», ο Αίμονας, γιός του βασιλιά Κρέοντα, θυμίζει στον πατέρα του ότι η αλύγιστη συμπεριφορά του θα τον οδηγήσει στην καταστροφή, όπως ένα δέντρο που δε λυγίζει και σπάει από τον άνεμο. Υπάρχουν όμως και πιο σαφή ιστορικά παραδείγματα μεγάλου μεγέθους ανατροπής θέσεων από σπουδαίους πολιτικούς άνδρες. Ο Ελ. Βενιζέλος, γνωστός αντιβασιλικός, όταν κατέλαβε την εξουσία ως Ελλαδίτης πρωθυπουργός, θεώρησε πως, στην παρούσα ιστορική συγκυρία, δεν ήταν προς όφελος της χώρας να ανακινήσει πολιτειακό ζήτημα. Ενώ, λοιπόν οι υποστηριχτές του ζητούσαν επιμόνως Συντακτική Συνέλευση (με κύριο στόχο την εκδίωξη του Βασιλιά), εκείνος επέμενε στη σύγκληση Αναθεωρητικής Βουλής, πιστεύοντας ότι τα επόμενα χρόνια η Ελλάδα έπρεπε να παραμείνει ενωμένη, για να αντιμετωπίσει τις τεράστιες ιστορικές συγκυρίες. Μπήκε, λοιπόν η Ελλάδα στους δυο Βαλκανικούς Πολέμους με το διάδοχο του θρόνου, Κωνσταντίνο, ως Αρχιστράτηγο. Θα μπορούσε κανείς να αποκαλέσει – εκ των υστέρων – τη θέση εκείνη του Ελ. Βενιζέλου ως «πολιτική αναντιστοιχία»; Άλλο ιστορικό παράδειγμα είναι η θέση του Κων. Καραμανλή να αποχωρήσει η Ελλάδα – προσωρινά, όπως απεδείχθη – από το ΝΑΤΟ, απόφαση που, εκ των πραγμάτων,  ήταν αντίθετη με την ιδεολογία που υπηρετούσε ο ίδιος και το κόμμα του, για να πιέσει τους συμμάχους να προβούν σε προσωρινό εμπάργκο προς την Τουρκία, ώστε η Ελλάδα να αποκαταστήσει τη στρατιωτική ισορροπία στην περιοχή της. Είναι δυνατόν να θεωρήσει κανείς τον παραπάνω τρόπο δράσης του μεγάλου εκείνου ηγέτη «πολιτική κωλοτούμπα»;
Αν προσέξει κανείς τα παραπάνω παραδείγματα, θα αντιληφθεί πως βασική προϋπόθεση για τις μεταβολές στις θέσεις των πολιτικών ανδρών που αναφέρθηκαν ήταν το συμφέρον της χώρας. Οι πολιτικοί άνδρες που πολιτεύονται πάντοτε με γνώμονα αυτό το συμφέρον, δεν σκέφτονται ποτέ ως ανόητοι δογματικοί που φορούν παρωπίδες, ούτε και πράττουν ως τρελοί φανατικοί. Αντιθέτως, υποστηρίζουν ακόμη και διαφορετικές θέσεις, αρκεί αυτές να ωφελούν τη χώρα τους. Αυτό απαιτεί η πολιτική και διπλωματική επιστήμη. Αυτό, όμως απαιτεί και το πατριωτικό φρόνημα ενός ηγέτη.
Η στάση του κ. Σαμαρά φαίνεται ότι κινήθηκε με γνώμονα μια πατριωτική θεώρηση. Η εμμονή του στην αντιμνημονιακή ρητορεία, όλους τους προηγούμενους μήνες, δικαιώθηκε από τα πράγματα. Το Μνημόνιο και όσες μεταλλάξεις του ακολούθησαν, απέτυχαν παταγωδώς. Αντί να επιλύσουν, δυσχέραναν την οικονομική κατάσταση της χώρας και το βιοτικό επίπεδο του λαού. Η επαναδιαπραγμάτευση των όρων του Μνημονίου ήταν και είναι αδήριτη ανάγκη, για να βγει η χώρα από το τούνελ της κατάπτωσης. Αντιθέτως, οι «κωλοτούμπες» του ΓΑΠ, οι ολέθριοι τακτικισμοί του, συνακόλουθες πράξεις  μιας αμοραλιστικής πολιτικής, εντελώς ανθελληνικής, οδήγησαν τη χώρα στο χείλος της καταστροφής. Ανάγκασαν όμως και τον Α. Σαμαρά σε αναδίπλωση των θέσεών του. Ένα πάγωμα της έκτης δόσης, μια πορεία έξω από το Ευρώ, μια ολοσχερής οικονομική καταστροφή της χώρας, αυτό ήταν το διακύβευμα για τον ηγέτη της  Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Τι νόημα, λοιπόν θα είχε η «συνέπεια» στην Αντιμνημονιακή ρητορεία εκείνες τις δύσκολες ώρες; Μια αλύγιστη στάση του θα έφερνε τη χώρα στο γκρεμό. Επέλεξε, αντ’ αυτού, να αλλάξει στάση. Επέδειξε γενναιότητα και πολιτική σοβαρότητα. Το έκανε αυτό, όταν πολλά από τα πολιτικά πρόσωπα που διοικούν τούτη τη χώρα, προέβησαν σε απίστευτες παλινωδίες (βλ. Βενιζέλος, που δεν ήθελε τον Παπαδήμο και έσπευδε να υποστηρίξει ονόματα φίλων του και συνεργατών του, για να μπορεί να έχει λόγο στην επόμενη μέρα του αναχρονιστικού πια  – κοντεύει να γίνει σκελετός στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας – ΠΑΣΟΚ).
Δεν πιστεύω στο διχασμό της μεγάλης δεξιάς παράταξης σε Σαμαρικούς ή μη, όπως δεν πίστευα και σε αντίστοιχες διαχωρίσεις τύπου «Καραμανλικοί, Μητσοτακικοί» κ.ο.κ. Για το λόγο αυτό, δεν ενέταξα τον εαυτό μου ποτέ σε μία ή σε άλλη πτέρυγα. Αντιθέτως, πιστεύω στον πατριωτισμό των εκάστοτε ηγετών. Αυτόν κρίνω, με βάση αυτόν συγχαίρω ή απαξιώνω κάθε ηγέτη όχι μόνο της Παράταξης της Ν.Δ., αλλά και όλων των πολιτικών δυνάμεων του τόπου. Με βάση τις πράξεις κυρίως – κι όχι μόνο τα λόγια – που συμπορεύονται μ’ αυτή τη βασική προϋπόθεση, το πατριωτικό φρόνημα, κρίνονται και οφείλουν να κρίνονται οι εκάστοτε ηγέτες. Διότι ο τόπος έχει γεμίσει από ανθρώπους που ξεπούλησαν τον εαυτό τους και τη χώρα. Έχει βρωμίσει η χώρα από πολιτικίσκους που βάζουν την καρέκλα τους πάνω απ’ αυτήν. Έχει πληγεί η χώρα από στενοκέφαλους και ανόητους δογματικούς που πολιτεύονται με λόγο αναχρονιστικό, ρητορείες της τρίχας.
Η πολιτική στάση ενός ηγέτη δεν πρέπει να γίνεται έρμαιο σε κομματικά βαρίδια, δεν πρέπει να εδράζεται σε μικρόνοες πολιτικές, ούτε να χαρακτηρίζεται από αρχομανία. Η πολιτική στάση ενός ηγέτη δεν μπορεί να βασίζεται σε άκαμπτες αναφορές, ούτε να έχει για σημαία του μια σιδερένια ρητορεία. Η πολιτική στάση ενός υπεύθυνου πολιτικού ηγέτη οφείλει, κατ’ εμέ, να διαθέτει μονάχα μια αλύγιστη θέση: την αγάπη για την πατρίδα του και το λαό της.