Δευτέρα 27 Δεκεμβρίου 2010

Αποχή και απέχοντες

Αποχή και απέχοντες

Ο ορισμός της αποχής στην πολιτική ζωή έχει ήδη δοθεί από την αρχαία εποχή, όταν ο Θουκυδίδης όρισε ως άχρηστο κι όχι φιλήσυχο, αυτόν που δε μετέχει στην πολιτική ζωή. Η σημερινή εποχή, όμως φαίνεται πως έχει διαβρώσει την έννοια της πολιτικής συμμετοχής. Έτσι, διαπιστώνει κανείς πως η αποχή είναι… τελικά μορφή πολιτικής συμμετοχής, έχει μάλιστα και ιδιαίτερο μήνυμα.
Δε χρειάζεται εξειδικευμένη ανάλυση για το πόσο αντιφατικό είναι να θεωρεί κανείς την αποχή από την εκλογική διαδικασία – που, στη σύγχρονη εποχή, είναι η βασική οδός της πολιτικής συμμετοχής – ως πολιτική στάση. Προκύπτουν, όμως έντονα τα ερωτήματα που αφορούν τόσο στους λόγους της αποχής, όσο και στους σκοπούς που αυτή θεωρείται ακόμη και πολιτικά ευανάγνωστη.
Με βάση τα ως τώρα στοιχεία, προκύπτει πως ένα μεγάλο ποσοστό αυτών που απέχουν από την εκλογική διαδικασία είναι κυρίως νέοι άνθρωποι. Τι σηματοδοτεί αυτό; Εμφανέστατα, ένα έλλειμμα πολιτικής παιδείας και μια εξ αυτού προερχόμενη αδιαφορία για κάθε τι που ανάγεται στη σφαίρα της συλλογικής ζωής. Κοντολογίς, οι νέοι άνθρωποι δεν έχουν ούτε συλλογική συνείδηση, ούτε πολιτικά ενδιαφέροντα. Η «απολιτίκ» στάση τους είναι απόρροια και του γεγονότος ότι δεν έζησαν σε περιόδους, όπου η πολιτική συμμετοχή δεν ήταν εφικτή ή και απαγορευόταν από τα διάφορα καθεστώτα που κατά καιρούς επιβλήθηκαν στην Ελλάδα, έξωθεν ή έσωθεν. Αντίθετα, οι μεγαλύτεροι που έχουν ζήσει περιόδους δύσκολων πολιτικών συνθηκών είναι, βέβαια, σε θέση να εκτιμήσουν περισσότερο τη σημασία της πολιτικής συμμετοχής.
Στις Αυτοδιοικητικές Εκλογές που μόλις περατώθηκαν, η αποχή αυτή σαφώς ξεπέρασε κάθε προηγούμενη «επίδοση», αφού έφτασε – ειδικά στα μεγάλα κέντρα – στο εξωπραγματικό ποσοστό του 70%. 7 στους 10 Έλληνες δεν προσήλθαν να ψηφίσουν. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί κανείς να αναφέρεται μονάχα στη νεανική αδιαφορία ή στη μειωμένη βαρύτητα των συγκεκριμένων εκλογικών αναμετρήσεων, με δεδομένο μάλιστα πως οι επικεφαλείς των περιφερειών, σύμφωνα με τον «Καλλικράτη», θα διαθέτουν ακόμη περισσότερη εξουσία.
Η πρόσφατη, ιδιαίτερα δυσμενής, οικονομική συγκυρία έπαιξε σίγουρα ρόλο. Οι δυσβάσταχτοι., για τους πολλούς όροι του περίφημου Μνημονίου, ο ευτελισμός και η εθνική κατάπτωση που υπέστη το κράτος, που αναγκάστηκε να λογοδοτήσει σε ξένους μηχανισμούς και, εν μέρει και εν πολλοίς, να παραδώσει μέρος της εθνικής της κυριαρχίας, λειτούργησαν αρνητικά. Πολλοί συμπολίτες θεώρησαν πως ο καλύτερος τρόπος να δείξουν την απέχθειά τους για τα τεκταινόμενα και την αντίδρασή τους για την αποφάσεις, που – λόγω της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας – ελήφθησαν ουσιαστικά ερήμην τους, ήταν να απέχουν μαζικά από τις κάλπες. Σαφώς, όμως η «αντίδραση» αυτή, αυτοαναίρεσε τον εαυτό της. Δεν μπορείς να αντιδράς μένοντας απαθής. Ακόμη και τα δόγματα της μη βίας, όπως αυτό εκπροσωπήθηκε κυρίως από τον μεγάλο Ινδό πολιτικό Μαχάτμα Γκάντι, δικαιολογούν μορφές δράσης και καυτηριάζουν την ολοκληρωτική απάθεια. Οπωσδήποτε, έδωσε τη δυνατότητα στον καθένα «πολιτικό αναλυτή» - συνήθως κομματικά προσκείμενο ή συμπαθούντα - να ερμηνεύσει αυτή την αποχή κατά το δοκούν.
Ρόλο έπαιξε εν πολλοίς ένα άλλο στοιχείο, που ευλόγως αγνοήθηκε ή αποσιωπήθηκε από τη μεγαλύτερη μερίδα του πολιτικού κόσμου. Φαίνεται πως καμία πολιτική δύναμη και κανένας πολιτικός δεν κατόρθωσε να ταυτιστεί με τη μεγάλη μερίδα του ελληνικού λαού. Η ανεπάρκεια, – όχι του πολιτικού συστήματος, αλλά των εκπροσώπων αυτού – η ένδεια ιδεών και η απουσία σαφών προτάσεων οδήγησαν στην απαξίωση του ίδιου του συστήματος και δρομολόγησαν την απόφαση για μαζική αποχή. Επ’ αυτού, η απόφαση αποχής μοιάζει, αν όχι δικαιολογημένη, τουλάχιστον αντιληπτή. Όμως, η αποχή δείχνει μονάχα αδιαφορία. Απαξιώνοντας ολόκληρο πολιτικό σύστημα, εξαιτίας ανικανότητας των εκπροσώπων του, απλώς απαξιώνουμε την ίδια τη δημοκρατία και επιτρέπουμε την εξουσία να βαδίζει σε έτι περισσότερο αλαζονικές οδούς και συμπεριφορές.
Κατ’ εμέ, το μεγαλύτερο θέμα είναι πως κανένα πολιτικό κόμμα δεν αντιλήφθηκε το πρόβλημα στις πραγματικές του διαστάσεις ή – αν το αντιλήφθηκε – το αποσιώπησε για ευνόητους λόγους. Όλοι πανηγύρισαν διότι «κέρδισαν» - άσχετο τι ακριβώς και με ποιους όρους. Διότι το πρόβλημα είναι ακριβώς η ίδια η απέχθεια του απλού πολίτη για τα κοινά. Η αδιαφορία για το σύνολο των αποφάσεων που καλείται να πάρει η νυν κυβέρνηση – με δεδομένο μάλιστα το γεγονός ότι πρόκειται να παρθούν αποφάσεις ιδιαίτερα απεχθείς – η οποία, μάλιστα προεκλογικά είτε υποσχόταν «λαγούς με πετραχήλια», είτε εκβίαζε με εκλογές. Το πρόβλημα είναι η εν λευκώ ανάθεση στην όποια κυβέρνηση να λαμβάνει αποφάσεις ερήμην του ελληνικού λαού και να διαιωνίζει – αντί να επιλύει – τα προβλήματα. Το μεγαλύτερο, όμως πρόβλημα είναι αυτό το «μούδιασμα» του Έλληνα πολίτη που δεν γνωρίζει ούτε σε βάθος τα ζητήματα που τον απασχολούν, ούτε αντιλαμβάνεται ποια λύση είναι προτιμητέα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η άγνοια του Έλληνα πολίτη, ώστε να αποφασίσει ποιο είναι το σωστό. Τελικά, το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η αδράνεια, στην οποία οδηγεί αυτή ακριβώς η αμάθεια. Τούτο είναι το φοβερότερο, διότι, σε μια εποχή που διακήρυξε σε όλους τους τόνους και με όλα τα μέσα, την αποθέωση της γνώμης, ζήσαμε για να δούμε την απαξίωση της γνώσης και της δράσης που αυτή οριοθετεί…
Εν είδει υστερογράφου: Ιδέα μου είναι ή σ’ αυτές τις εκλογές «κατέβηκε» - διότι, για «ανέβασμα» ούτε λόγος! – και η «κουτσή Μαρία» για υποψήφιος;

Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 2010

Επί των συνεντεύξεων Στρος - Καν και Ρεν

Αναφορικά με τις συνεντεύξεις των Στρος – Καν και Ρεν στην Εφημερίδα Καθημερινή.
Οι διαδηλώσεις είναι μέρος υγιούς δημοκρατίας; Η απόφαση των ίδιων των πολιτών δείχνει υγιή δημοκρατία, ο εξευτελισμός του κράτους από νεοεκλεγέντα ηγέτη δεν είναι… Η ειλικρίνεια στον πολιτικό λόγο είναι στοιχείο υγιούς δημοκρατίας, η με κάθε τρόπο διεκδίκηση της εξουσίας, δεν είναι…. Η άμεση εκπροσώπηση – ας πούμε, μέσω δημοψηφίσματος – σε σοβαρές αποφάσεις που αφορούν το μέλλον των πολιτών ενός κράτους είναι στοιχείο υγιούς δημοκρατίας, οι διαδηλώσεις δείχνουν απλώς ότι κάτι δεν πάει καλά με τη δημοκρατία…
Η απάντηση στην ερώτηση περί της ανεργίας ήταν, ούτε λίγο, ούτε πολύ η εξής: ζούσατε πάνω από τις δυνατότητές σας. Τι ακριβώς σημαίνει αυτό; Ότι ενώ στην Αγγλία, π.χ. οι μισθοί υπήρξαν ακόμα και τριπλάσιοι από αυτούς στην Ελλάδα, η Ελλάδα δεν είχε τη δυνατότητα να αποκτήσει τόσο καλό βιοτικό επίπεδο. Οπότε, εξαρχής δεν έπρεπε να δοκιμάσετε να αυξήσετε το βιοτικό επίπεδό σας… Από την άλλη, πώς τολμήσατε και δοκιμάσατε να ζήσετε όπως εμείς; Η Ελλάδα έπρεπε να κρατηθεί ανταγωνιστική στους μισθούς και στα επιδόματα, έτσι ώστε να μπορείτε όλοι να είστε τόσο φτωχοί, όσο σας θέλουμε… Χρειαζόμαστε εργατικά χέρια φτηνά, γαμώτο...!
Η ενίσχυση της πειθαρχίας, από την άλλη, είναι σημαντικό στοιχείο για το τι λέγεται (και, προφανώς, τι πράττεται) στην Ε.Ε. κι αυτό μόνο με «οξυδερκή» ηγεσία μπορεί να συμβεί και με «διαβούλευση» των «βασικών» παιχτών (η Ελλάδα, πάλι προφανώς, δεν είναι βασικός παίχτης). Δηλαδή, οφείλουν να κάνουν «τουμπεκί» όλοι όσοι διατυπώνουν διαφορετικές απόψεις στην Ευρώπη και, κυρίως, δεν δικαιούνται δια να ομιλούν οι μη βασικοί παίχτες (μόνο να βοούν για βοήθεια)…
Αναρωτιέμαι, τώρα τελευταία, τι πρέπει να διδάσκω στα παιδιά περί δημοκρατίας...