Πολιτική και κοινωνία

Απάντηση στον κ. Τρεμόπουλο, στέλεχος των Οικολόγων για τις θέσεις του ως προς το όνομα της ΠΓΔΜ

Για το όνομα της Π.Γ.Δ.Μ. του Μ. Τρεμόπουλου

Ανήκω, δυστυχώς, σε εκείνη την κατηγορία των ανθρώπων που δεν θέλουν να αφήνουν τίποτε αναπάντητο, ιδιαίτερα όταν παραποιούνται οι θέσεις μου. Δεν έχω, όμως, πάντα το χρόνο να το κάνω με τον τρόπο που θέλω, δηλαδή αναλυτικά και ψύχραιμα. Απαντώ, λοιπόν, σε σας, επειδή -όντως- παρά την επιλεκτική αναπαραγωγή αρνητικών «πληροφοριών» και εκτιμήσεων για τους Οικολόγους Πράσινους και το πρόσωπό μου, και τη συμβολή στη σύγχυση που κάποιοι προσπαθούν να δημιουργήσουν γύρω από τα «οικολογικά κόμματα» που κατεβαίνουν, δεν φαίνεται να έχετε ταυτιστεί με τους οργανωμένους προπαγανδιστικούς μηχανισμούς εναντίον μας.

Είναι φανερό ότι κάποιοι επιλέγουν να μας χτυπήσουν -κυρίως οι εθνικιστές του ΛΑΟΣ αλλά και άλλοι (Ρήξη-Άρδην κτλ)- όχι με αντιπαράθεση στις ψηφισμένες θέσεις μας ή τη δράση μας αλλά εκτοξεύοντας τόνους λάσπης και συκοφαντιών, ακριβώς επειδή ανησυχούν για την άνοδο των Οικολόγων Πράσινων. Το ότι εμείς αποφεύγουμε να απαντούμε στο ίδιο επίπεδο και προβάλλουμε μόνο τις θετικές μας προτάσεις, είναι κάτι που οι πολίτες εκτιμούν.

Θα είμαι, λοιπόν, λίγο αναλυτικός:

Στα τέλη του 2007 η Νέα Δημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ συμφώνησαν στη Βουλή ότι η Μακεδονία παύει να είναι «μία και ελληνική» και το εθνικό συμφέρον επιτρέπει την παρουσία της λέξης «Μακεδονία» στο οριστικό όνομα της ΠΓΔΜ, αρκεί αυτή να εντάσσεται σε σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό και να ισχύει για όλες τις χρήσεις.

Αποτελεί η απόφαση αυτή των 4 μεγαλύτερων κομμάτων «εθνική ήττα» και «αποδοχή των ιδεολογημάτων των Σκοπιανών»; Προσωπικά δεν άκουσα κανένα να το διανοείται, τουλάχιστον φωναχτά. Οι Οικολόγοι Πράσινοι, όμως, καλούμαστε να δώσουμε εξηγήσεις για ποιο λόγο είχαμε δηλώσει, 3 χρόνια πιο πριν, ότι η επικράτηση της απλής λογικής δε μπορεί να θεωρηθεί εθνική ήττα.

Σε ανακοίνωση του 2004, οι Οικολόγοι Πράσινοι δήλωναν επίσης: «Όπου δύο κοινωνίες αυτοπροσδιορίζονται με το ίδιο όνομα, αποτελεί βασική χειρονομία καλής θέλησης να εξειδικεύσει κάθε πλευρά το δικό της αυτοπροσδιορισμό, λαμβάνοντας υπόψη την αντίστοιχη επιλογή της άλλης. Τέτοια ζητήματα, όμως, δε μπορούν να μετατρέπονται σε διπλωματική σύρραξη ούτε σε ζήτημα γοήτρου ή ταπείνωσης ολόκληρων κοινωνιών».

Δυσκολεύομαι να φανταστώ επιχειρήματα που θα στήριζαν την εκτίμηση ότι η συγκεκριμένη τοποθέτηση μπορεί να αποτελεί «υιοθέτηση των ιδεολογημάτων» της γειτονικής χώρας. Αδυνατώ λοιπόν να καταλάβω με ποια συλλογιστική μου αποδίδετε ότι «το 2004 θεωρούσα ότι η αποδοχή των ιδεολογημάτων των Σκοπιανών, από μας, ήταν "επικράτηση της λογικής".

Οι εθνικοί μύθοι κάθε χώρας και κάθε λαού είναι αποκλειστικά για εθνική κατανάλωση και δεν έχουν την παραμικρή εγκυρότητα έξω από τα σύνορά τους. Δεν υπάρχει κανείς απολύτως λόγος να τα δεχθούμε ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο από ό,τι η χώρα μας δέχεται ήδη τους «Γκρίζους Λύκους» και η Τουρκία τη δική μας «Χρυσή Αυγή». Για να γελάσουμε και λίγο, αρχαιολόγοι της γείτονος ανακάλυψαν πρόσφατα ότι η Κοινή Ελληνική των ελληνιστικών χρόνων αποτελεί την …αρχαία μακεδονική γλώσσα: αρκετές φορές σκέφτομαι ότι ισχύει το «μωραίνει Κύριος» και ότι κάθε εθνικισμός κάνει πρώτα ζημιά στη δική του χώρα ….

Αναρωτιέμαι όμως για ποιο λόγο όλα αυτά στην ΠΓΔΜ αποτελούν φαινόμενα των τελευταίων κυρίως χρόνων. Για αρκετά χρόνια τα συλλαλητήρια, οι μετονομασίες, τα αγάλματα, τα μποϋκοτάζ και ό,τι άλλο, ήταν δυστυχώς προνόμιο της δικής μας πλευράς. Ακόμη και σήμερα, η λέξη «Σκοπιανοί» ακούγεται σχεδόν ως βρισιά. Θυμάμαι ότι το 1994, όταν ο Α. Παπανδρέου ξεκινούσε τις συνομιλίες που θα κατέληγαν στη γνωστή Ενδιάμεση Συμφωνία, είχε οργανωθεί και ένας ημιεπίσημος διάλογος σε επίπεδο ενεργών πολιτών υπό την αιγίδα του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών. Για λόγους ασφαλείας οι συναντήσεις του διαλόγου γίνονταν στην Αθήνα και όχι στη Θεσσαλονίκη, το πούλμαν από τα Σκόπια έπρεπε να έχει πινακίδες άλλης πόλης για να μην «προκαλεί», και τα βράδια διανυκτέρευε στο …γκαράζ των ΜΑΤ στην Καισαριανή γιατί σε όλη την Αθήνα δεν υπήρχε άλλο μέρος επαρκώς ασφαλές.

Τα χρόνια πέρασαν, οι ευκαιρίες για αξιοπρεπή συμβιβασμό χάνονταν η μια μετά την άλλη και τελικά το 1999, όταν οι δύο κυβερνήσεις έφτασαν μια ανάσα από το «Άνω Μακεδονία», ήρθαν οι βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ, η εξέγερση των Αλβανών και οι Συμφωνίες της Οχρίδας. Οι συνομιλίες για το όνομα πάγωσαν, η σλαβομακεδονική πλειοψηφία ένιωσε ταπεινωμένη από τις παραχωρήσεις στους Αλβανούς, και οι εθνικιστές ανέβηκαν στην εξουσία. Αφού δε μπορούσαν να φανούν σκληροί με τις κατακτήσεις των Αλβανών, φάνηκαν τουλάχιστον ανυποχώρητοι για το όνομα. Η Ελλάδα προσφερόταν λοιπόν ως «εύκολος εχθρός», ιδίως μετά το Βουκουρέστι. Στο μεταξύ ο Γκρουέφσκι μας χρησιμοποιεί ως ασφαλή τρόπο για να επανεκλέγεται επ’ άπειρον, και οι άνθρωποι που ζητούν καλές σχέσεις με την Ελλάδα ολοένα και περιθωριοποιούνται.

Σε συνθήκες όμως οικολογικής κρίσης, κάθε κοινωνία έχει κοινά συμφέροντα με τους άμεσους γείτονές της. Όσοι παραβλέπουν τα ανοικτά διασυνοριακά θέματα του Αξιού και της Δοϊράνης, αυτοί που εξαφανίζουν την Κορώνεια και που δηλητηριάζουν την Κοζάνη και την Πτολεμαΐδα δύσκολα μπορούν να θεωρηθούν υπερασπιστές της Ελλάδας και της Μακεδονίας.
Να μείνουμε και σε ένα σενάριο που δεν είναι καθόλου υποθετικό; Αύριο-μεθαύριο το πυρηνικό λόμπυ θα κτυπήσει την πόρτα της γειτονικής χώρας για να κτίσει ένα πυρηνικό εργοστάσιο –ήδη το έχουν προτείνει από τη δεκαετία του ‘90. Αυτοί που θα αντιδράσουν εκεί, θα έχουν σίγουρα την αλληλεγγύη μας. Όμως τι βαρύτητα θα έχει μια αλληλεγγύη από πολίτες «εχθρικής» χώρας; Αν όμως μια τέτοια μάχη χαθεί, θα έχουμε ανά πάσα στιγμή ένα δυνητικό Τσερνομπίλ μια ανάσα από τη Θεσσαλονίκη.

Γι’ αυτό και οι Οικολόγοι Πράσινοι πιστεύουμε ότι, σε καιρούς οικολογικής κρίσης, όποιες και να είναι οι σχέσεις των κυβερνήσεων, οι άμεσοι γείτονες αποτελούν αναγκαστικούς συνεργάτες και οι γέφυρες μεταξύ γειτονικών κοινωνιών είναι ανεπίτρεπτο να κόβονται. Και αυτό το κάνουμε πράξη, με τις δύο βαλκανικές συνδιασκέψεις που οργανώσαμε στη Θεσσαλονίκη αλλά και την πλήρη καταγραφή των πηγών ρύπανσης του Αξιού στο έδαφος της ΠΓΔΜ, με τη συνεργασία των οικολόγων της γειτονικής χώρας.

Είναι φανερό, λοιπόν, ότι η διαφορά για το όνομα της Μακεδονίας, δεν αποτελεί για τους Οικολόγους Πράσινους το μόνο ζήτημα. Η θέση τους παραπέμπει στην πολυεθνική ιστορία αιώνων της ευρύτερης Μακεδονίας, αναγνωρίζοντας ότι καμιά από τις εθνότητες του χώρου αυτού δεν είναι περισσότερο ή λιγότερο Μακεδόνες από τις υπόλοιπες. Η διαμόρφωση των όρων παράλληλης χρήσης του ίδιου ονόματος, αποτελεί για μας θέμα οικοδόμησης εμπιστοσύνης και καλής γειτονίας, θέση που παραπέμπει σε μια κοινά αποδεκτή σύνθετη ονομασία, όπως άλλωστε και η προσωρινή «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας».

Υπάρχουν, δηλαδή, μια σειρά κοινά συμφέροντα, που δεν πρέπει να επισκιάζονται:

Η μετάβαση σε μορφές βιώσιμης οικονομίας, που να διασφαλίζουν την ευημερία χωρίς να υποθηκεύουν το περιβάλλον και το μέλλον μας.
Η επείγουσα προστασία των κοινών οικοσυστημάτων και υδάτινων πόρων, όπως ο Αξιός, οι Πρέσπες και η Δοϊράνη.
Η αποτροπή της εγκατάστασης απειλών όπως πυρηνικά εργοστάσια ή καλλιέργειες μεταλλαγμένων δίπλα ακριβώς στα σύνορά μας.
Η διατήρηση της ειρήνης στην περιοχή, όχι μόνο από διακρατικές συρράξεις, αλλά και από εθνοτικές συγκρούσεις που θα δημιουργούσαν επικίνδυνες πολεμικές ζώνες σε απόσταση αναπνοής από τη Θεσσαλονίκη.
Η προοπτική ένταξης των γειτόνων στην Ε.Ε., όπου το κλίμα οδηγεί αναγκαστικά στο συμβιβασμό, στην εγκατάλειψη της εθνικιστικής ρητορείας και των όποιων εδαφικών διεκδικήσεων, όπως έγινε πρόσφατα με την Ουγγαρία.
Τέλος, επειδή κάποιοι διαστρέφουν εσκεμμένα τις θέσεις μας, να σημειωθεί ότι στις 12 Μαρτίου 2009 υπερψηφίστηκε στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου η Έκθεση Προόδου για τις σχέσεις ΕΕ-ΠΓΔΜ, με θέσεις που θεωρήθηκαν αρνητικές για την επίσημη ελληνική πολιτική. Η έκθεση υπερψηφίστηκε από όλες σχεδόν τις πολιτικές ομάδες, εκτός από τους Πράσινους που κράτησαν ουδέτερη στάση: (συνολικά 478 υπέρ, 92 κατά, 42 αποχές). Το ΠΑΣΟΚ επέκρινε την κυβέρνηση ότι δεν απέτρεψε την εξέλιξη αυτή, οι ευρωβουλευτές της ΝΔ αντέτειναν ότι οι σοσιαλιστές καταψήφισαν συντριπτικά τις ελληνικές θέσεις, κάτι που έκανε ακόμη και η ομάδα των «Ανεξάρτητων Δημοκρατών» όπου ανήκει και το… ΛΑΟΣ.

Ευχαριστώ για τη φιλοξενία.

Μιχάλης Τρεμόπουλος


Απάντηση στις θέσεις του κ. Τρεμόπουλου, από τον κ. Δ. Γκίκα
Σε θέμα ιδιαίτερου εθνικού ενδιαφέροντος, ο κ. Τρεμόπουλος, παράγων του κόμματος των οικολόγων Πράσινων έδωσε μια ιδιαίτερα αναλυτική απάντηση στο ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ. Θεωρώντας ότι κάποιες θέσεις δεν με εκφράζουν, θα απαντήσω σ’ αυτές, ως απλός πολίτης που είμαι, αλλά και ως εκπαιδευτικός.
Το ότι τα 4 μεγαλύτερα κόμματα αποφάσισαν στην ονομασία των Σκοπίων να αναφέρεται το όνομα της Μακεδονίας, ΣΑΦΩΣ αποτελεί εθνική ήττα. Η πλειοψηφία του ελληνικού λαού δεν το αποδέχεται. Πλην όμως, οι πολιτικοί αποφασίζουν – η δημοκρατία είναι αντιπροσωπευτική κι όχι άμεση, ούτε προτάθηκε ποτέ δημοψήφισμα για τέτοιο θέμα – και η απόφαση αυτή εξακολουθεί να αποτελεί βάση διαπραγμάτευσης. Δεν σημαίνει, όμως ότι αυτή η απόφαση αποτελεί απλή λογική. Μάλλον, πολιτική απόφαση είναι που, δυστυχώς, στερείται πολλών λογικών επιχειρημάτων.
Ο περίφημος αυτοπροσδιορισμός μιας πολιτείας – κι όχι κοινωνίας – δεν μπορεί ούτε λογικά, ούτε πολιτικά να υφαρπάζει τον αυτοπροσδιορισμό μιας άλλης. Μη ξεχνάμε ότι με τον όρο Μακεδονία προσδιορίζεται μια μερίδα του Ελληνικού χώρου και οι αντίστοιχοι πολίτες – εθνολογικά προσδιοριζόμενοι – από χιλιετίες. Θέλετε, όμως να μπούμε και στη λογική της σύγχρονης πολιτικής; Η νικήτρια στους Βαλκανικούς πολέμους Ελλάδα κατάφερε να διαφυλάξει τον όρο Μακεδονία για το δικό της εθνολογικό και πολιτικό γίγνεσθαι και υπάρχειν. Και, εν τέλει, με βάση τις συνθήκες της εποχής να προσαρτήσει τον χώρο, ο οποίος ονομάζεται έτσι ήδη από πολύ παλιά. Κατά συνέπεια, οι όποιοι ισχυρισμοί της ΠΓΔΜ δεν είναι μόνο ανίσχυροι ιστορικά, αλλά ανυπόστατοι και πολιτικά. Εγείρουν, δε ζήτημα αμφισβήτησης συνθηκών και δικαιωμάτων που έχουν κατοχυρωθεί ΔΙΕΘΝΩΣ. Κατά συνέπεια, δεν έχει υπόσταση η θέση σας ότι αποτελεί χειρονομία καλής θελήσεως η εξειδίκευση (!) του αυτοπροσδιορισμού της ΠΓΔΜ, διότι η απόπειρα του αυτοπροσδιορισμού τούτου έπεται όχι μόνο χρονικά, αλλά συνιστά πολιτικό σφάλμα και μη αναγνώριση διεθνών συνθηκών. Εννοείται πως τέτοια ζητήματα όχι μόνο μετατρέπονται, αλλά ΟΦΕΙΛΟΥΝ να μετατρέπονται σε διπλωματική σύρραξη. Κατά τη γνώμη σας, δηλαδή ποιο άλλο ζήτημα θα έπρεπε να μετατραπεί σε διπλωματική σύρραξη; Εκτός αν νομίζετε ότι δεν πρέπει να εξεγειρόμεθα για τίποτε… Λυπούμαι, αλλά δεν συμφωνώ με τέτοιες θέσεις που φανερώνουν πολιτική μεμψιμοιρία…
Αν για σας, η ιστορία, οι πεποιθήσεις, η γενικότερη εθνική ταυτότητα ενός λαού αποτελεί εθνικό μύθο (!), τότε λυπούμαι, αλλά έχετε πολύ μακρύ δρόμο μέχρι να εκπροσωπήσετε στα σοβαρά έστω κι έναν σκεπτόμενο πολίτη αυτού του τόπου. Δεν έχουν την παραμικρή εγκυρότητα τα ευρήματα της ιστορικής επιστήμης; Απορώ, τότε τι ακριβώς διδάσκω εγώ στα παιδιά στο σχολείο… Όσο για τους αρχαιολόγους της γείτονος, το θέμα δεν είναι για γέλια. Οι ιστορικές καταβολές του ελληνισμού και η πολιτισμική του εδραίωση σε πολλούς σύγχρονους πολιτισμούς και χώρες, που είναι αποδεκτές από τα ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΕΡΑ ΔΙΕΘΝΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ, δεν είναι δυνατόν να τίθενται υπό το ίδιο καθεστώς αναγνώρισης με τις ανιστόρητες κουταμάρες και διαπιστώσεις ορισμένων εγκάθετων ενός μάλλον ανελεύθερου καθεστώτος…
Τα συλλαλητήρια, οι μετονομασίες και τα αγάλματα, αποτέλεσαν απλώς την αμυντική πολιτική τακτική των Ελλήνων απέναντι σε μια καλά δρομολογημένη παραποίηση της ιστορίας. Το ότι ο λαός μας διαθέτει τέτοιους αμυντικούς μηχανισμούς το θεωρείτε αρνητικό… Χάρη όμως σ’ αυτούς αντισταθήκαμε στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο έναντι όλων των κατακτητών και σε πείσμα της δικής τους καταπίεσης απελευθερωθήκαμε. Μήπως τελικά η αντίσταση εκείνων των ελλήνων αποτέλεσε, κατά τη δική σας άποψη, «υπερβολικές συμπεριφορές;»



Ως προς το ζήτημα τώρα του συμβιβασμού. Συμβιβασμό κάνουν δύο μέρη που συμφωνούν πως κάπου έχουν και οι δύο δίκιο κι άδικο… Όχι στην περίπτωση που το ένα εξ αυτών επιθυμεί να εξασφαλίσει πράγματα που δεν του ανήκουν. Αν εγώ διεκδικήσω το σπίτι σας, ή τουλάχιστον ένα μέρος εξ αυτού, επικαλούμενος γελοίες δικαιολογίες, θα σπεύδατε σε συμβιβασμό μαζί μου; Πολύ αμφιβάλλω… Το ότι ο κ. Γκρουέφσκι μας χρησιμοποιεί για δική του εσωτερική κατανάλωση, αυτό αφορά τον ίδιο, όχι εμάς. Ούτε σημαίνει πως πρέπει να αποποιηθούμε την εθνικής μας ταυτότητα, επειδή τυχαίνει ο κ. Γκρουέφσκι να χρησιμοποιεί το δικό μας αγώνα για δικά του συμφέροντα…
Βεβαίως και σε συνθήκες οικολογικής κρίσης, κάθε κοινωνία έχει κοινά συμφέρονται με τους γείτονές τους. Και βέβαια αποτελεί κατακριτέο να μολύνεις λίμνες. Δεν αντιλαμβάνομαι, όμως πώς αυτό συνδέεται με την άρνησή μου να αποδεχτώ το όνομα Μακεδονία στο δικό τους όνομα και πώς συνδέεται ένα εθνικό με ένα οικολογικό θέμα. Οφείλουμε να έχουμε καλές σχέσεις για λόγους οικολογικούς, μας λέτε. Αυτό, όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να σημαίνει πως οφείλουμε να παραδώσουμε αμαχητί ένα σημαντικό κομμάτι της εθνικής μας κληρονομιάς.
Ας μιλήσουμε και για το «καθόλου υποθετικό» σενάριό σας. Κάθε σώφρων άνθρωπος θα συμφωνούσε στο να συμπαρασταθούμε σε εκείνους τους πολίτες της γειτονικής χώρας που θα αρνηθούν να δεχτούν ένα πυρηνικό εργοστάσιο. Λέτε ότι δεν θα έχει καμία βαρύτητα η αλληλεγγύη αυτή από «εχθρική» χώρα; Μάλλον δεν αντιλαμβάνεστε πως σε περιόδους που οι ζωές των άλλων – ακόμη και εχθρών – κινδυνεύουν, έχουμε αποδείξει ως χώρα πως προστρέχουμε και παραμερίζουμε, έστω και προσωρινά, τις έχθρες μας. Το ίδιο συνέβη και με το σεισμό στην Τουρκία, όπου μονάδα της ΕΜΑΚ όχι μόνο εστάλη να βοηθήσει, αλλά συνετέλεσε σε μεγάλο βαθμό στο να διασώσει ανθρώπους της επίσης γειτονικής κι επίσης εχθρικής χώρας. Δεν είχε βαρύτητα εκείνη η αλληλεγγύη; Δεν τη δέχτηκαν μήπως οι πολίτες της Τουρκίας; Τέτοιες απλοϊκές πολιτικές δηλώσεις είναι δείγμα του πόσο έχετε πολιτικά άγνοια των πραγμάτων…
Αξιοθαύμαστες οι πράξεις σας και αξιοθαύμαστες οι συνεργασίες με τους οικολόγους της γείτονος χώρας. Δεν αντιλαμβάνομαι, λοιπόν για ποιο λόγο δεν αξιοποιείτε αυτή τη συνεργασία, για την οποία τόσο υπερηφανεύεστε, για να καταδείξετε το φανατισμό του Γκρουέφσκι, την απαράδεκτη στάση του, τον τρόπο που εξαπατά τους ίδιους τους πολίτες του για να κερδίσει θώκους, τη γενικότερη φιλική σχέση που θα μπορούσε να αναπτυχθεί μεταξύ των πολιτών, αν περιθωριοποιούσαν τέτοιες ανιστόρητες μπαρούφες, στους οικολόγους με τους οποίους συνομιλείτε;
Αναγνωρίζετε πως καμιά από τις εθνότητες του χώρου αυτού δεν είναι περισσότερο ή λιγότερο Μακεδόνες από τις υπόλοιπες… Εκτός από το γεγονός πως τούτη η άποψη είναι ανιστόρητη, δεν μπορώ να αντιληφθώ με ποιο πνεύμα την εκφράζετε… Ακόμη κι να δεν είστε ιστορικός, δεν μπορεί να μην αποδέχεσθε την ιστορική ως επιστήμη… Αυτή είναι που αναφέρεται σε τέτοια θέματα. Τα ευρήματά της, οι πηγές της, οι γενικότερες μέθοδοι που ακολουθούν βασίζονται σε συγκεκριμένα επιστημονικά πειστήρια. Ποια βάση, λοιπόν χρησιμοποιείτε εσείς και πού ακριβώς στηρίζετε τέτοιες θέσεις; Στο γεγονός πως πολλοί λαοί κατοίκησαν σ’ αυτό το χώρο; Μα και στην ευρύτερη Ελλάδα κατοίκησαν πολλές εθνότητες – πολλές, μάλιστα την κατέκτησαν κι όλας πολιτικά – αλλά τον εθνολογικό και γεωγραφικό, συνάμα όμως και πολιτιστικό όρο Ελλάδα και Έλληνες, δεν τον διεκδίκησε κανείς εξ αυτών. Το να ακούγονται τέτοιες απόψεις στα πλαίσια μιας, ας πούμε, φιλικής συνεστίασης είναι θεμιτό, το να λέγονται όμως από το στόμα ενός πολιτικού, αποτελεί ζήτημα σοβαρό… Ως προς το θέμα της προσωρινής ονομασίας, ουδέν μονιμότερο του προσωρινού. Αυτό, δυστυχώς απεδείχθη. Ήταν λάθος που το δέχτηκε τότε η ελληνική κυβέρνηση, ακόμη και ως προσωρινό. Αυτό, όμως δεν σημαίνει πως είναι και σωστό…
Μας λέτε – και φοβούμαι, υπονοείτε ξεκάθαρα – ότι η διαφύλαξη της ειρήνης στην περιοχή είναι πρωταρχικός στόχος. Ο φόβος φυλά τα έρμα, δηλαδή… Επειδή υπάρχουν κοινά συμφέροντα, να απαξιώσουμε την εθνική μας ταυτότητα… Επειδή υπάρχει ο κίνδυνος έστω μικρός μιας σύρραξης, να αποδεχτούμε ό, τι μας λένε. Αιρού δίκαιον πόλεμον, αντί ειρήνης αισχράς, έλεγαν οι αρχαίοι ημών (και υμών, θυμίζω) πρόγονοι… Και για να μην παρεξηγηθώ: κανείς σώφρων δεν επιθυμεί πόλεμο. Αλλά η συνεχής υποχώρηση σίγουρα θα τον φέρει, και μάλιστα την ώρα που δεν θα μπορούμε να τον αντιμετωπίσουμε… Αυτό έχει επιδείξει η ιστορία. Καλό θα είναι, αφού είστε και πολιτικός, να τη διαβάζετε που και που. Είναι πολύ καλό εργαλείο πολιτικής. Έχει, εξάλλου ειπωθεί πως οι πολιτικοί που δεν διαβάζουν ιστορία, είναι καταδικασμένοι να επαναλάβουν τα λάθη της…