Η θέση των περισσότερων ανθρώπων, όταν ξεκίνησε όλη αυτή η ιστορία με το μνημόνιο, ήταν πως, πράγματι, η Ελλάδα έπρεπε επειγόντως να λάβει μέτρα απαραίτητα και αναγκαία για τη σταθεροποίηση της οικονομικής κατάστασης. Οι πλασματικές οικονομικές «φούσκες» του παρελθόντος, τα ημίμετρα, η έλλειψη γενναίων και αποφασιστικών μέτρων προσαρμογής μας είχαν οδηγήσει σε μία κατάσταση εκτροχιασμού. Πολλοί, λοιπόν από τους συμπολίτες μας, ακόμη κι αυτοί που δεν πρόσκειντο κομματικά στο ΠΑΣΟΚ, δεν αρνήθηκαν την αναγκαιότητα των μέτρων. Στο αμέσως επόμενο διάστημα από τη – θεωρητική – λήψη αυτών των μέτρων, αυτό που γρήγορα έγινε αντιληπτό ήταν πως μια κυβέρνηση, γαλουχημένη στο μότο «πάρε λαέ» και που διόγκωσε το δημόσιο τομέα με προσλήψεις από το παράθυρο και αναξιοκρατικές διαδικασίες, δεν είχε ούτε το σθένος, ούτε την ιδεολογική αναφορά να κάνει πράξη τέτοια μέτρα. Ολιγωρίες, αλληλομαχαιρώματα, εκβιαστικά διλήμματα και άλλα τοιαύτα, απέδειξαν πολύ γρήγορα πως ένα τέτοιο κόμμα, που είχε συμβάλει τα μέγιστα στη διάλυση της υγιούς οικονομικής ανάπτυξης, δεν είχε τη δύναμη και τη γενναιότητα, κυρίως όμως δεν είχε τα στελέχη εκείνα που απαιτούνται για την εκτέλεση τέτοιων σοβαρών αποφάσεων που θα οδηγούσαν τη χώρα σε περίοδο εξυγίανσης.
Με τα τελευταία μέτρα που ανακοινώθηκαν, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Πρώτον, ότι η κυβέρνηση που εξελέγη, τελεί υπό καθεστώς διατεταγμένης υπηρεσίας από ξένα κέντρα. Βιώνουμε, δηλαδή μια πρωτόγνωρη – για τα σύγχρονα δεδομένα – πολιτική παράδοσης άνευ όρων της εθνικής μας κυριαρχίας, μια ιδιότυπη κατοχή, τα αποτελέσματα της οποίας, φοβούμαι, θα είναι τραγικά. Η Ελλάδα, ως έθνος ελεύθερο και δημοκρατικό, έχει πλέον απολέσει κάθε έννοια ανεξαρτησίας και εθνικής κυριαρχίας. Δεύτερον, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, τελεί στο σύνολό της υπό Γερμανική αρχή και εποπτεία. Η Γερμανία και τα κράτη – δορυφόροι της (Ολλανδία, Αυστρία κλπ) έχει κατορθώσει να «σύρει» και τα υπόλοιπα κράτη – μέλη σε μια πρωτόγνωρη κατάσταση, ασκώντας ουσιαστικά «ηγεμονική» πολιτική και συμπαρασύροντας – για πρώτη ίσως φορά στην Ευρωπαϊκή ιστορία – το σύνολο των κρατών της Ευρώπης σε πορεία που, τελικά, θα εξυπηρετεί κυρίως τα δικά της συμφέροντα. Τρίτον, ότι η Ελλάδα, για πρώτη φορά στην ιστορία της, επεδίωξε την ένταξη στη σφαίρα επιρροής των Κεντρικών Ευρωπαϊκών δυνάμεων και δη της Γερμανίας, ενώ η γενικότερη γεωστρατηγική της θέση, όλα τα προηγούμενα χρόνια, ταυτίστηκε κυρίως με τις μεγάλες Δυτικές ναυτικές δυνάμεις των ΗΠΑ και της Αγγλίας. Η ένταξη αυτή, οπωσδήποτε, αρχικό στόχο είχε τη συσπείρωση των Μεγάλων ΕυρωπαΪκών δυνάμεων, έτσι ώστε η Ευρώπη να μη γνωρίσει τις συνθήκες εκείνες που οδήγησαν στο διαμελισμό της και, τελικώς, σε δύο Παγκοσμίους Πολέμους. Αυτό ήταν το όραμα τόσο του Χέλμουτ Σμιτ, του Χέλμουτ Κολ και άλλων μεγάλων Γερμανών ηγετών – οι οποίοι είχαν γνωρίσει τη φρίκη του Παγκοσμίου Πολέμου και το τι συνέπειες είχε σε όλους τους Ευρωπαϊκούς λαούς – όσο και των άλλων Ευρωπαίων ηγετών, συμπεριλαμβανομένου και του Κ. Καραμανλή. Στην πορεία, όμως, οι μεγάλοι εκείνοι ηγέτες εξέλιπαν, τη θέση τους κατέλαβαν αναίσχυντοι και παραδόπιστοι πολιτικοί, οι οποίοι όχι μόνο δεν υιοθέτησαν το όραμα των προκατόχων τους, αλλά είτε κυριεύτηκαν από μεγαλομανία και αλαζονική ηγεμονική συμπεριφορά (βλ. Γερμανία), είτε ήσαν κοντόφθαλμοι, «ολίγιστοι», δίχως πολιτική διορατικότητα και εξυπηρετώντας συμφέροντα των ξένων κέντρων για να εξασφαλίσουν θέσεις και πακτωλούς χρημάτων γι’ αυτούς και την κλίκα τους (βλ. Ελλάδα).
Η χώρα, αυτή τη στιγμή, διαθέτει κυβέρνηση δίχως το ελάχιστο πατριωτικό φρόνημα, ενώ έχει ανάγκη από κυβέρνηση που να μη συνυπογράφει απλώς ό, τι διατάσσουν τα ξένα κέντρα εξουσίας, αλλά να συνυπολογίζει τόσο το μακροπρόθεσμο όφελος, όσο και τις επιπτώσεις που θα είχαν τέτοια μέτρα στην επιβίωση του λαού και στην ιστορική πορεία του έθνους μας.
Η χώρα αυτή τη στιγμή κυβερνάται από λαοπλάνους, ξεπουλημένους, ανίκανους. Κυρίως, όμως κυβερνάται από ανθρώπους που εξέθρεψαν το ίδιο το σύστημα που μας οδήγησε τώρα εδώ. Ο κύκλος του ΠΑΣΟΚ, ως κόμμα με συγκεκριμένη ιδεολογική αναφορά, έχει πλέον κλείσει, κάτι που θα φανεί στις επόμενες εκλογές, όποτε αυτές γίνουν. Όμως, τα φαινόμενα που εκθρέφουν τέτοια εκτρώματα, πολύ φοβούμαι, δεν έχουν εκλείψει. Εργατοπατέρες, κομματάρχες, ταγοί με μοναδικό στόχο την κατάληψη θώκων και αξιωμάτων, εξακολουθούν να υπάρχουν και να διεκδικούν θέση και φωνή στα κοινά. Αντίθετα, άνθρωποι που αγαπούν την πατρίδα τους, που διαθέτουν την οξυδέρκεια εκείνη που χρειάζεται η χώρα και το έθνος, που δεν ξεχνούν ότι το κράτος δεν υπάρχει δίχως την πατρίδα, ότι η ανάπτυξη του πρώτου περνά υποχρεωτικά από την αγάπη για τη δεύτερη, τέτοιοι άνθρωποι είτε σιωπούν, είτε ευτελίζονται από τα – ακόμα πιο ξεπουλημένα– ΜΜΕ, είτε θεωρούνται «ξεπερασμένοι» και θυσιάζονται στο βωμό μιας δήθεν προοδευτικής, παγκοσμιοποιημένης, πολυπολιτισμικής κοινωνίας.
Το ελληνικό κράτος διαθέτει ισχυρό εθνολογικό προσανατολισμό που εδράζεται τόσο στη μακραίωνη ιστορική του παρουσία και τη σπουδαία πολιτισμική του πορεία, όσο και στους αγώνες που έδωσε ο λαός του για να παραμείνει ανεξάρτητο. Η γλώσσα του, εθνική κι όχι από συγκυρίες κυριαρχούσα, η θρησκεία του, αμιγώς χριστιανική, η πολιτιστική του ταυτότητα και η εθνική του κουλτούρα, αποτελούν βασικά στοιχεία της ύπαρξής του. Τούτες οι διαπιστώσεις δεν αποτελούν αντιλήψεις ακροδεξιού ή φασιστικού χαρακτήρα. Αποτελούν δεδομένα που στηρίζονται σε ιστορικές διεργασίες και συγκεκριμένη πορεία που έχει διανύσει το συγκεκριμένο κράτος και η πλειοψηφία του λαού του. Το ελληνικό κράτος, λοιπόν δε χρειάζεται να υιοθετεί ξένες αντιλήψεις, να προσυπογράφει τις ιδεοληψίες των ξένων κέντρων εξουσίας, που υπαγορεύονται από τα αντίστοιχα συμφέρονται και συνήθως αντικατοπτρίζουν τις αντίστοιχες κουλτούρες. Όχι διότι απαραίτητα η δική μας κουλτούρα είναι η καλύτερη, αλλά διότι η δική μας είναι αυτή που κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας, είναι αυτή του τόπου μας στον οποίο γεννηθήκαμε, της ιστορίας μας, αυτή που θα κληροδοτήσουμε και στα παιδιά μας… Η δική μας κουλτούρα, ο δικός μας πολιτισμός, τα δικά μας ήθη κι έθιμα έχουν αξία για μας ιδιαίτερη. Και τούτο δεν αλλάζει…
Και μια προσωπική πινελιά: Εδώ και λίγες μέρες, μου τριβελίζει το μυαλό ένα τραγούδι, έντονα κομματικοποιημένο, οι στίχοι όμως του οποίου «μυρίζουν» κι «αστράφτουν» μυρωδιές και εικόνες τόσο ελληνικές... «... Ν’ αναστηθεί ξανά ο ΕΔΕΣ // Με τη σημαία και το σταυρό // αν χρειαστεί και στο βουνό // εμείς δεν ξέρουμε ζυγό... Μύρισε θυμάρι και βασιλικό // λάμπει το φεγγάρι μες στον ουρανό // της κληρονομιάς εμείς συνεχιστές // στην κορφή και πάλι, πάλι νικητές!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου