Η πολιτική ανυπακοή και οι εξεγέρσεις που συμβαίνουν αυτές τις μέρες στο Λονδίνο προδικάζουν μια συγκεκριμένη αντιμετώπιση του προβλήματος της οικονομικής δυσπραγίας από τους πολίτες, όχι βέβαια στο σύνολό τους. Όσο το οικονομικό πρόβλημα θα διογκώνεται, όσο ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας θα καλείται να πληρώνει «τα σπασμένα» και τα χείριστα λάθη της άρχουσας τάξης (οικονομικής, πολιτικής), τόσο θα υπάρχουν κι εκείνοι που θα μετατρέπουν την αγανάκτηση σε βίαιες εκδηλώσεις.
Το Λονδίνο, όπως το Παρίσι και η Αθήνα, διαβεβαίωσαν πολλούς από τους φόβους που είχαν αρκετοί από τους πολιτικούς επιστήμονες και φιλοσόφους, ότι το κίνημα της πολιτικής ανυπακοής και των βίαιων αντιδράσεων θα συνεχίσει να διογκώνεται και να αναπαράγεται. Είναι μια κατάσταση καθόλου τοπική – όπως βιάστηκαν πολλοί «δημοσιογραφίσκοι» ξένων ειδησεογραφικών πρακτορείων, ακόμη και Αγγλικών να τη χαρακτηρίσουν, όταν τα φαινόμενα χτύπησαν στη Γαλλία και στην Αθήνα – και σίγουρα δεν έχει τις αιτίες που προσέδωσαν σ’ αυτά τα φαινόμενα αρκετοί πολιτικοί αναλυτές (κρατική απραξία, αστυνομοκρατία και διάφορα άλλα εντελώς περιστασιακά και σποραδικά). Η σημαντικότερη αιτία φαίνεται να είναι μια γενικότερη πολιτική παρακμή που συνοδεύει την οικονομική κρίση που εδώ και χρόνια μαστίζει την παγκόσμια κοινότητα. Μοιάζει, βέβαια οξύμωρο το γεγονός πως σε κράτη που το βιοτικό επίπεδο έχει πραγματικά φτάσει σε ιδιαίτερα ικανοποιητικά επίπεδα να λαμβάνουν χώρα τέτοια φαινόμενα οξύτατης και βίαιης αντίδρασης. Στην πραγματικότητα, όμως – εκ των υστέρων, βέβαια – μοιάζουν απόλυτα αναμενόμενα τούτα τα φαινόμενα για τους εξής λόγους:
Α. Μια μερίδα πολιτών «ανέβασε» το βιοτικό της επίπεδο μέσα σε περίπου 20 με 30 χρόνια. Αυτή η ίδια μερίδα βλέπει τώρα να κινδυνεύουν αυτά που κέρδισε και θεώρησε αυτονόητα. Η αντίδρασή της είναι παρόμοια με αυτή που επιδεικνύουν σε καιρό πολέμου όσοι αμύνονται να διαφυλάξουν την ίδια τους την πατρίδα, τη γη και τα σπίτια τους. Αντιδρούν μέχρις εσχάτων. Προσοχή: αυτό δεν είναι εξ ορισμού κακό. Εξάλλου, όλες οι κυβερνήσεις επιδιώκουν να διαμορφώσουν πολίτες με πατριωτικό φρόνημα για να «ξεσηκωθούν» σε περίπτωση επιβουλής από ξένους λαούς. Σήμερα, όμως η «ξένη επιβουλή» είτε δεν υφίσταται, είτε υποκρύπτει την ύπαρξή της, παρουσιάζοντάς τη με τρόπο ωραιοποιημένο και εξευγενισμένο, ενδεδευμένο με τη μορφή οικονομικής «βοήθειας και προστασίας». Έτσι, λίγοι πια την αντιλαμβάνονται, ενώ οι περισσότεροι τη βλέπουν όταν είναι πια αργά. Και μη ξεχνάμε πως μια άλλη μερίδα πολιτών έχει «ευεργετηθεί» περισσότερο του δέοντος από αυτή τη «βοήθεια και προστασία», επιθυμεί δε να διατηρήσει την υφιστάμενη κατάσταση.
Β. Μια – συνήθως μικρότερη – μερίδα πολιτών υπάρχει και διαβιοί μέσα σε μια εξαθλιωμένη κατάσταση, δίπλα – δίπλα σε κείνους που το βιοτικό τους επίπεδο είναι ιδιαίτερα υψηλό. Όσο βλέπουν την κατάστασή τους να μη βελτιώνεται, το χάσμα μεταξύ αυτών και των υπολοίπων να μη κλείνει ποτέ, τόσο θα αποτελούν αυτές οι κοινωνικές ομάδες εστίες βίαιων εκδηλώσεων.
Γ. Σε πολλά κράτη – η Ελλάδα μάλιστα αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα – η οικονομική ανάδειξη των ατόμων καθόλου δε συνδέεται με αξιοκρατικές δυνατότητες αξιοποίησης προσόντων ή σκληρής δουλειάς. Αυτό που ο Περικλής, στον Επιτάφιό του, τόνισε ως βασικό στοιχείο μιας υγιούς δημοκρατικής κοινωνίας, τη δυνατότητα δηλαδή των πολιτών να ξεφεύγουν από τη φτώχεια τους με τη δουλειά και τις ικανότητές τους, δεν υφίσταται ή υφίσταται σε εξαιρετικά μικρό βαθμό. Άτομα, λοιπόν που διαπιστώνουν πως η σκληρή δουλειά τους δεν ανταμείβεται, τα προσόντα τους παραμένουν απλά «δυνάμει» ιδιότητες, χωρίς πρακτική αξιοποίηση, είτε τείνουν να προσχωρούν σε μορφές πολιτικής ανυπακοής – ήπιες ή και πιο δυναμικές – είτε αδιαφορούν για τα γενικότερα τεκταινόμενα, παραμένοντας στο περιθώριο των πολιτικών αποφάσεων και απέχοντας από την όλη πολιτική διαδικασία της δημοκρατικής πολιτείας που τους στεγάζει.
Δ. Η γενικότερη παρακμή του κοινοβουλευτισμού παγκοσμίως αποτελεί όχι μόνο φαινόμενο, αλλά διαδικασία που μοιάζει δίχως τέλος. Το δικαίωμα της καθολικής ψηφοφορίας καθόλου δεν έχει αποσοβήσει το βασικότερο πρόβλημα και φόβο των δημοκρατικών κοινωνιών, να μεταπέσουν δηλαδή σε ιδιότυπα καθεστώτα ολιγαρχίας – και μάλιστα αποτελούμενης από μια οικονομική και πολιτική ελίτ, με χαρακτηριστικά γνωρίσματα το νεποτισμό και το δυναστειακό περιβάλλον – που ποσώς συμβαδίζουν με τη γενικότερη ιδέα της δημοκρατίας. Κι όπως έχει διδάξει η ιστορία, σε καθεστώτα όπου ο λαός αισθάνεται «ξεκομμένος» και άβουλος πολιτικά, η εξέγερση είναι η συνήθης κατάληξη.
Ε. Στην περίπτωση της Ευρώπης διαφάνηκε μια απουσία μεγάλων ηγετών, οι οποίοι και θα έκαναν πράξη το όραμα μιας πραγματικά Ενωμένης Ευρώπης. Οι σημερινοί Ευρωπαίοι πολιτικοί αρέσκονται στο να είναι απλώς διαχειριστές μιας κατάστασης κι όχι οραματιστές. Μοιάζουν να ανήκουν σ’ ένα λόμπι πλουσίων που επιθυμούν να διατηρήσουν τα πλούτη τους και τα όποια κεκτημένα τους. Όμως, η Ευρωπαϊκή ιδέα ξεκίνησε ως κάτι εντελώς διαφορετικό. Επρόκειτο για μια πολιτική ιδέα πάνω απ’ όλα, όχι οικονομική. Το οικονομικό κομμάτι υποτίθεται θα ήταν απλώς η βάση. Αυτό ίσως ήταν και το λάθος εξαρχής. Διότι, όταν το χρήμα και η ύλη εξουσιάζει, οι ιδέες δεν συγκυβερνούν, ούτε συμπορεύονται μαζί τους.
Καταδικάζοντας τα βίαια φαινόμενα που κυριαρχούν αυτή τη στιγμή σε χώρες με στέρεα κοινοβουλευτικά καθεστώτα, θα πρέπει να είμαστε σε θέση, τόσο να αντιλαμβανόμαστε τις βαθύτερες αιτίες που τα δημιουργούν, όσο και να προτείνουμε τρόπους αντιμετώπισης όλων των παραπάνω αιτιών. Ως άνθρωπος που δεν πιστεύω στη βία δίχως τέλος, θεωρώ ότι χρέος των απανταχού πνευματικών ανθρώπων είναι η κατάδειξη των αδυναμιών του συστήματος (πολιτικού και οικονομικού) που επικρατεί σήμερα, η ανάδειξη νέων ταγών που θα διαμορφώσουν και θα εξάρουν αρχές, αξίες και κινήματα που δεν εξαρτώνται, ούτε θα αποσκοπούν αποκλειστικά σε μια δήθεν οικονομική ευρωστία (κι αυτό μόνο πνευματικές προσωπικότητες μπορούν να το πετύχουν), η στηλίτευση τόσο των προσώπων όσων και των αξιών που εκείνα πρεσβεύουν και που καθιστούν τις ευρύτερες κοινωνικές δομές προβληματικές και ανούσιες, ξένες προς μια ουσιαστική πολιτική συμμετοχή των πολιτών. «Ξεσηκωθείτε», ας είναι το σύνθημά μας. Ξεσηκωθείτε, όμως όχι για να βιαιοπραγήσετε, αλλά για να αλλάξετε την κατάσταση. Ας ξεσηκωθούμε, για να αλλάξουμε τον κόσμο με μέσο τις αξίες κι όχι τη βία. Με μέσο τον άνθρωπο κι όχι το χρήμα. Με μέσο το πνεύμα κι όχι την ύλη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου